ἀπροσδιόνυσος: Difference between revisions
From LSJ
(6_16) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀπροσδιόνῡσος''': -ον, [[ἀκατάλληλος]], [[ἀσυμβίβαστος]] πρὸς τὴν ἑορτὴν τοῦ Διονύσου, [[ἐντεῦθεν]], ἔξω τῆς ὑποθέσεως, ἄτοπος, καὶ ἡ [[παροιμιώδης]] [[φράσις]] οὐδὲν πρὸς Διόνυσον Κικ. πρὸς Ἀττ. 16.12, 1, Πλούτ. 2. 612Ε, Λουκ. [[Διόνυσος]] 6. | |lstext='''ἀπροσδιόνῡσος''': -ον, [[ἀκατάλληλος]], [[ἀσυμβίβαστος]] πρὸς τὴν ἑορτὴν τοῦ Διονύσου, [[ἐντεῦθεν]], ἔξω τῆς ὑποθέσεως, ἄτοπος, καὶ ἡ [[παροιμιώδης]] [[φράσις]] οὐδὲν πρὸς Διόνυσον Κικ. πρὸς Ἀττ. 16.12, 1, Πλούτ. 2. 612Ε, Λουκ. [[Διόνυσος]] 6. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />sans rapport avec la fête de Dionysos ; sans à-propos, à contretemps.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[πρός]], [[Διόνυσος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:49, 9 August 2017
English (LSJ)
ον,
A unconnected with the worship of Dionysus, Plu.2.671f. II not to the point, mal ὰ propos, proverbial like οὐδὲν πρὸς Διόνυσον, Cic.Att. 16.13a.1, Plu.2.612e, Luc.Bacch.6.
German (Pape)
[Seite 339] sich nicht zum Dionysus, zur Bacchusfeier passend, übh. unpassend, unschicklich, Plut. Symp. 1 prooem.; Luc. Bacch. 6; man vgl. οὐδὲν πρὸς Διόνυσον, sprichwörtlich, Cic. Att. 16, 13.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπροσδιόνῡσος: -ον, ἀκατάλληλος, ἀσυμβίβαστος πρὸς τὴν ἑορτὴν τοῦ Διονύσου, ἐντεῦθεν, ἔξω τῆς ὑποθέσεως, ἄτοπος, καὶ ἡ παροιμιώδης φράσις οὐδὲν πρὸς Διόνυσον Κικ. πρὸς Ἀττ. 16.12, 1, Πλούτ. 2. 612Ε, Λουκ. Διόνυσος 6.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
sans rapport avec la fête de Dionysos ; sans à-propos, à contretemps.
Étymologie: ἀ, πρός, Διόνυσος.