δεδοκημένος: Difference between revisions

From LSJ

ἄπαγ' ἐς μακαρίαν ἐκποδών → get lost, buzz off, on yer bike, bug off, bugger off, clear out, clear off, take a hike, beat it, scram, get out of here, get outta here

Source
(6_5)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''δεδοκημένος''': ἀνώμαλ. μετοχ. πρκμ. τοῦ [[δέχομαι]] (Ἰων. [[δέκομαι]]) μετ᾿ ἐνεργ. σημασ.= ἀναμένων , περιμένων ἐν ἐνέδρᾳ,Ἰλ. Ο.730, Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 214· -δὲν πρέπει νὰ συγχέηται [[μετὰ]] τοῦ Ἀττ. δεδόκημαι ἐκ τοῦ [[δοκέω]].
|lstext='''δεδοκημένος''': ἀνώμαλ. μετοχ. πρκμ. τοῦ [[δέχομαι]] (Ἰων. [[δέκομαι]]) μετ᾿ ἐνεργ. σημασ.= ἀναμένων , περιμένων ἐν ἐνέδρᾳ,Ἰλ. Ο.730, Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 214· -δὲν πρέπει νὰ συγχέηται [[μετὰ]] τοῦ Ἀττ. δεδόκημαι ἐκ τοῦ [[δοκέω]].
}}
{{bailly
|btext=η, ον :<br />qui attend, qui s’attend à.<br />'''Étymologie:''' part. de [[δεδόκημαι]].
}}
}}

Revision as of 19:51, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δεδοκημένος Medium diacritics: δεδοκημένος Low diacritics: δεδοκημένος Capitals: ΔΕΔΟΚΗΜΕΝΟΣ
Transliteration A: dedokēménos Transliteration B: dedokēmenos Transliteration C: dedokimenos Beta Code: dedokhme/nos

English (LSJ)

irreg. part. pf. of δέχομαι (Ion. δέκομαι), in act. sense,

   A waiting, watching, Il.15.730, Hes.Sc.214, A.R.4.900; δ. ἥντινα ῥέξει μῆτιν waiting, to see .., ib.1660: c. acc., observing, φάσιας Nic.Th. 122; watching, Nonn.D.30.88, al.: c. gen., ἤματος Arat.559.

German (Pape)

[Seite 534] s. δέχομαι.

Greek (Liddell-Scott)

δεδοκημένος: ἀνώμαλ. μετοχ. πρκμ. τοῦ δέχομαι (Ἰων. δέκομαι) μετ᾿ ἐνεργ. σημασ.= ἀναμένων , περιμένων ἐν ἐνέδρᾳ,Ἰλ. Ο.730, Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 214· -δὲν πρέπει νὰ συγχέηται μετὰ τοῦ Ἀττ. δεδόκημαι ἐκ τοῦ δοκέω.

French (Bailly abrégé)

η, ον :
qui attend, qui s’attend à.
Étymologie: part. de δεδόκημαι.