εἶα: Difference between revisions

From LSJ

τὸ ὅλον τόδε ποσαπλάσιον τοῦδε γίγνεται → how many times greater is this whole sum than that one

Source
(6_20)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''εἶα''': ποιητ. τρισύλλ. ἐΐα, Λατ. eia, [[ἐπιφώνημα]] παρακελευσματικόν, ἔα δή, ἄγε δή, ἔλα λοιπόν, ἐμπρός, (πρβλ. τὸ [[παρακέλευσμα]] τῶν νῦν ναυτῶν «ἔγια μόλα, ἔγια λέσα»)· τίθεται δὲ [[μετὰ]] προστακτ. ἑν. ἢ πληθ., ἀλλ’ εἶα χώρει καὶ κόμιζ’ Ἰάσονα, ἐμπρός, προχώρει καὶ... Εὐρ. Μήδ. 820· ἀλλ’ εἶ’ ἁμαρτεῖτ’, ὦ τέκν’, ἐς δόμους πατρὶ Ἡρ. Μαιν. 622, κτλ.· εἶα δή, ἐμπρὸς λοιπόν, ἔλα λοιπόν! Αἰσχύλ. Ἀγ. 1650, Ἀριστοφ. Θεσμ. 659· εἶα νῦν ὁ αὐτ. Εἰρ. 459· ἄγ’ εἶα ὁ αὐτ. Βάτρ. 394· ἀλλ’ εἶα Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 622, Ἀριστοφ. Πλ. 760· ὦ εἶα ὁ αὐτ. Εἰρ. 459· εἶα ὦ [[αὐτόθι]] 468· ἀλλ’ εἶα δὴ... σκεψώμεθα Πλάτ. Σοφ. 239Β· - μετ’ ἐρωτ. οὐ, [[ἔνθα]] ἡ [[ἐρώτησις]] [[εἶναι]] [[ἰσοδύναμος]] προσταγῇ, οὐκ εἶα δραμεῖσθε; Εὐρ. Ι. Τ. 1423, πρβλ. Ἑλ. 1597.
|lstext='''εἶα''': ποιητ. τρισύλλ. ἐΐα, Λατ. eia, [[ἐπιφώνημα]] παρακελευσματικόν, ἔα δή, ἄγε δή, ἔλα λοιπόν, ἐμπρός, (πρβλ. τὸ [[παρακέλευσμα]] τῶν νῦν ναυτῶν «ἔγια μόλα, ἔγια λέσα»)· τίθεται δὲ [[μετὰ]] προστακτ. ἑν. ἢ πληθ., ἀλλ’ εἶα χώρει καὶ κόμιζ’ Ἰάσονα, ἐμπρός, προχώρει καὶ... Εὐρ. Μήδ. 820· ἀλλ’ εἶ’ ἁμαρτεῖτ’, ὦ τέκν’, ἐς δόμους πατρὶ Ἡρ. Μαιν. 622, κτλ.· εἶα δή, ἐμπρὸς λοιπόν, ἔλα λοιπόν! Αἰσχύλ. Ἀγ. 1650, Ἀριστοφ. Θεσμ. 659· εἶα νῦν ὁ αὐτ. Εἰρ. 459· ἄγ’ εἶα ὁ αὐτ. Βάτρ. 394· ἀλλ’ εἶα Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 622, Ἀριστοφ. Πλ. 760· ὦ εἶα ὁ αὐτ. Εἰρ. 459· εἶα ὦ [[αὐτόθι]] 468· ἀλλ’ εἶα δὴ... σκεψώμεθα Πλάτ. Σοφ. 239Β· - μετ’ ἐρωτ. οὐ, [[ἔνθα]] ἡ [[ἐρώτησις]] [[εἶναι]] [[ἰσοδύναμος]] προσταγῇ, οὐκ εἶα δραμεῖσθε; Εὐρ. Ι. Τ. 1423, πρβλ. Ἑλ. 1597.
}}
{{bailly
|btext=<i>interj.</i><br />allons ! courage ! [[εἶα]] [[δή]], [[εἶα]] [[νῦν]], ἄγ’ [[εἶα]] <i>ou</i> [[εἶ]]’ [[ἄγε]], eh bien, allons ! [[οὐκ]] [[εἶα]] πώλοις ἐμβαλόντες ἡνίας παράκτιοι δραμεῖσθε ; EUR allons ! qu’attendez-vous pour brider vos chevaux, courir au rivage ?<br />'''Étymologie:''' cf. <i>lat.</i> eia.
}}
}}

Revision as of 19:53, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εἶα Medium diacritics: εἶα Low diacritics: εία Capitals: ΕΙΑ
Transliteration A: eîa Transliteration B: eia Transliteration C: eia Beta Code: ei)=a

English (LSJ)

an exclamation used to cheer or urge on,

   A on! up! away! used with the imper. sg. or pl., cf. E.Med.820, etc.; εἶα δή come then! A. Ag.1650, Ar.Th.659; εἶά νυν well now! Id.Pax467; ἄγ' εἶα Id.Ra. 396; ἀλλ' εἶα E.HF622, Ar.Pl.760; ὦ εἶα Id.Pax459; εἶα ὦ ib.468; ἀλλ' εἶα δὴ . . σκεψώμεθα Pl.Sph.239b:—with interrog. οὐ, where the question is equivalent to a command, οὐκ εἶα . . δραμεῖσθε; E.IT1423, cf. Hel.1597. (εἷα S.Ichn.87, cf. Hdn.Gr.1.495.)

German (Pape)

[Seite 722] auch, vielleicht der Etymologie wegen, εἴα geschrieben, da aber α immer kurz, ist εἶα vorzuziehen; ein Ermunterungsruf, hei! he! zu! wohlan! bes. beim gemeinschaftlichen Arbeiten, vgl. Ar. Pax 451 ff., wo einer dem Chor zuruft ὦ εἶα, der Chor antwortet εἶα μάλα, εἶα ἔτι μάλα. – Beim imperat.; sing., εἶα χώρει, Eur. Med. 820 u. öfter; εἶα λέγε, Theocr. 5, 78 u. a. sp. D.; plur., ἀλλ' εἶ' ὁμαρτεῖτε Eur. Herc. Fur. 622; ἀλλ' εἶ' ἁπαξάπαντες ὀρχεῖσθε Ar. Plut. 760; ἀλλ' εἶα δὴ σκεψώμεθα Plat. Soph. 239 b. – Häufig mit δή, wohlan denn! εἶα δή, ξίφος πᾶς τις εὐτρεπιζέτω Aesch. Ag. 1636; Ar. Th. 659; – ἄγ' εἶα – παρακαλεῖτε Ar. Ran. 394; auch mit einem Fragesatze statt des Imperativs; ο ὐκ εἶα – δραμεῖσθε; οὐκ εἶ' ὁ μέν τις ἀρεῖται δόρυ; Eur. I. T 1423 Hel. 1597. Vgl. ἔα, εὖα.

Greek (Liddell-Scott)

εἶα: ποιητ. τρισύλλ. ἐΐα, Λατ. eia, ἐπιφώνημα παρακελευσματικόν, ἔα δή, ἄγε δή, ἔλα λοιπόν, ἐμπρός, (πρβλ. τὸ παρακέλευσμα τῶν νῦν ναυτῶν «ἔγια μόλα, ἔγια λέσα»)· τίθεται δὲ μετὰ προστακτ. ἑν. ἢ πληθ., ἀλλ’ εἶα χώρει καὶ κόμιζ’ Ἰάσονα, ἐμπρός, προχώρει καὶ... Εὐρ. Μήδ. 820· ἀλλ’ εἶ’ ἁμαρτεῖτ’, ὦ τέκν’, ἐς δόμους πατρὶ Ἡρ. Μαιν. 622, κτλ.· εἶα δή, ἐμπρὸς λοιπόν, ἔλα λοιπόν! Αἰσχύλ. Ἀγ. 1650, Ἀριστοφ. Θεσμ. 659· εἶα νῦν ὁ αὐτ. Εἰρ. 459· ἄγ’ εἶα ὁ αὐτ. Βάτρ. 394· ἀλλ’ εἶα Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 622, Ἀριστοφ. Πλ. 760· ὦ εἶα ὁ αὐτ. Εἰρ. 459· εἶα ὦ αὐτόθι 468· ἀλλ’ εἶα δὴ... σκεψώμεθα Πλάτ. Σοφ. 239Β· - μετ’ ἐρωτ. οὐ, ἔνθαἐρώτησις εἶναι ἰσοδύναμος προσταγῇ, οὐκ εἶα δραμεῖσθε; Εὐρ. Ι. Τ. 1423, πρβλ. Ἑλ. 1597.

French (Bailly abrégé)

interj.
allons ! courage ! εἶα δή, εἶα νῦν, ἄγ’ εἶα ou εἶἄγε, eh bien, allons ! οὐκ εἶα πώλοις ἐμβαλόντες ἡνίας παράκτιοι δραμεῖσθε ; EUR allons ! qu’attendez-vous pour brider vos chevaux, courir au rivage ?
Étymologie: cf. lat. eia.