ἑκατοστός: Difference between revisions

From LSJ

τὸ δ' ἡδέως ζῆν καὶ ἱλαρῶς οὐκ ἔξωθέν ἐστιν, ἀλλὰ τοὐναντίονἄνθρωπος τοῖς περὶ αὑτὸν πράγμασιν ἡδονὴν καὶ χάριν ὥσπερ ἐκ πηγῆς τοῦ ἤθους προστίθησιν → but a pleasant and happy life comes not from external things, but, on the contrary, man draws on his own character as a source from which to add the element of pleasure and joy to the things which surround him

Source
(6_10)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἑκᾰτοστός''': -ή, -όν, ἀριθμ. τακτ. τοῦ [[ἑκατόν]], ὁ [[μετὰ]] 99 ἄλλους ἀριθμούμενος, Λατ. centesimus, ἀπὸ ταύτης.... ἑκατοστῇ ἡμέρῃ Ἡρόδ. 1. 47, κτλ.· ἐπ’ ἑκατοστά, ἑκατονταπλασίονα, Ἡρόδ. 4. 198. ΙΙ. ἑκατοστή, ἡ, τὸ ἑκατοστὸν [[μέρος]], [[φόρος]], [[τέλος]], κἄξω τούτου τὰ τέλη χωρὶς καὶ τὰς πολλὰς ἑκατοστάς, «δραχμὰς [[ὑπὲρ]] τοῦ τέλους χορηγουμένας ἀπὸ τῶν [[πόλεων]]» (Σχόλ.), Ἀριστοφ. Σφ. 658, Ξεν. Ἀθ. 1. 17· - [[ὡσαύτως]] = τόκοι ἑκατοστιαῖοι, Πλουτ. Λούκουλλ. 20.
|lstext='''ἑκᾰτοστός''': -ή, -όν, ἀριθμ. τακτ. τοῦ [[ἑκατόν]], ὁ [[μετὰ]] 99 ἄλλους ἀριθμούμενος, Λατ. centesimus, ἀπὸ ταύτης.... ἑκατοστῇ ἡμέρῃ Ἡρόδ. 1. 47, κτλ.· ἐπ’ ἑκατοστά, ἑκατονταπλασίονα, Ἡρόδ. 4. 198. ΙΙ. ἑκατοστή, ἡ, τὸ ἑκατοστὸν [[μέρος]], [[φόρος]], [[τέλος]], κἄξω τούτου τὰ τέλη χωρὶς καὶ τὰς πολλὰς ἑκατοστάς, «δραχμὰς [[ὑπὲρ]] τοῦ τέλους χορηγουμένας ἀπὸ τῶν [[πόλεων]]» (Σχόλ.), Ἀριστοφ. Σφ. 658, Ξεν. Ἀθ. 1. 17· - [[ὡσαύτως]] = τόκοι ἑκατοστιαῖοι, Πλουτ. Λούκουλλ. 20.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />le centième ; la centième partie ; <i>particul.</i> l’intérêt de un pour cent.<br />'''Étymologie:''' [[ἑκατόν]].
}}
}}

Revision as of 19:53, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἑκᾰτοστός Medium diacritics: ἑκατοστός Low diacritics: εκατοστός Capitals: ΕΚΑΤΟΣΤΟΣ
Transliteration A: hekatostós Transliteration B: hekatostos Transliteration C: ekatostos Beta Code: e(katosto/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A hundredth, Hdt.1.47, etc. ; ἐπ' ἑκατοστὰ ἐκφέρειν to bear a hundredfold, Id.4.198.    II ἑκατοστή, ἡ, tax of one per cent., Ar.V.658, X.Ath.1.17, PGnom.85, etc. ; ἐκ τῶν χρημάτων ἑ. IG2.721 Ai12 : also, = τόκοι ἑκατοστιαῖοι, Plu.Luc.20.

German (Pape)

[Seite 753] ή, όν, der Hundertste, Her. 1, 47 u. Folgende; ἡ ἑκ., der hundertste Theil, Ar. Vesp. 658; Xen. Ath. 1, 17; bes. als Zins, Plut. Luc. 20.

Greek (Liddell-Scott)

ἑκᾰτοστός: -ή, -όν, ἀριθμ. τακτ. τοῦ ἑκατόν, ὁ μετὰ 99 ἄλλους ἀριθμούμενος, Λατ. centesimus, ἀπὸ ταύτης.... ἑκατοστῇ ἡμέρῃ Ἡρόδ. 1. 47, κτλ.· ἐπ’ ἑκατοστά, ἑκατονταπλασίονα, Ἡρόδ. 4. 198. ΙΙ. ἑκατοστή, ἡ, τὸ ἑκατοστὸν μέρος, φόρος, τέλος, κἄξω τούτου τὰ τέλη χωρὶς καὶ τὰς πολλὰς ἑκατοστάς, «δραχμὰς ὑπὲρ τοῦ τέλους χορηγουμένας ἀπὸ τῶν πόλεων» (Σχόλ.), Ἀριστοφ. Σφ. 658, Ξεν. Ἀθ. 1. 17· - ὡσαύτως = τόκοι ἑκατοστιαῖοι, Πλουτ. Λούκουλλ. 20.

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
le centième ; la centième partie ; particul. l’intérêt de un pour cent.
Étymologie: ἑκατόν.