ἡμιτελής: Difference between revisions

From LSJ

αὔριον ὔμμε‎ πάσας ἐγὼ λουσῶ Συβαρίτιδος ἔνδοθι λίμνας‎ → tomorrow I'll wash you one and all in Sybaris lake

Source
(6_7)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἡμιτελής''': -ές, ([[τέλος]]) κατὰ τὸ ἥμισυ τελειωμένος, [[δόμος]] ἡμ., [[οἰκία]] ἧς ἐλλείπει τὸ ἥμισυ, δηλ. ὁ [[κύριος]] αὐτῆς, ἐπὶ οἴκου τοῦ Πρωτεσιλάου, Ἰλ. Β. 701· πρβλ. Στράβ. 296, Λουκ. Νεκρ. Διαλ. 19. 1, Ruhnk. Τίμ. σ. 225· ἡμ. [[θάλαμος]] Ἀνθ. Π. 7. 627· ἡμ. [[νίκη]] Διον. Ἁλ. 2. 42· περὶ βρέφους, Λουκ. Θυσ. 5· ἡμιτελές τι καταλείπειν Ξεν. Κύρ. 8. 1, 3, κτλ.· ἀφιέναι Διον. Ἁλ. π. Θουκ. 9· - ἡμ. [[ἀνήρ]],. ἀντίθ. τελείως [[ἀγαθός]], Ξεν. Κύρ. 3. 3, 38· ἡμ. περὶ λόγους Διον. Ἁλ. π. Δημ. 23. - Ἐπίρρ. -λῶς, Λογγῖν. Ἀποσπ. 6. 2.
|lstext='''ἡμιτελής''': -ές, ([[τέλος]]) κατὰ τὸ ἥμισυ τελειωμένος, [[δόμος]] ἡμ., [[οἰκία]] ἧς ἐλλείπει τὸ ἥμισυ, δηλ. ὁ [[κύριος]] αὐτῆς, ἐπὶ οἴκου τοῦ Πρωτεσιλάου, Ἰλ. Β. 701· πρβλ. Στράβ. 296, Λουκ. Νεκρ. Διαλ. 19. 1, Ruhnk. Τίμ. σ. 225· ἡμ. [[θάλαμος]] Ἀνθ. Π. 7. 627· ἡμ. [[νίκη]] Διον. Ἁλ. 2. 42· περὶ βρέφους, Λουκ. Θυσ. 5· ἡμιτελές τι καταλείπειν Ξεν. Κύρ. 8. 1, 3, κτλ.· ἀφιέναι Διον. Ἁλ. π. Θουκ. 9· - ἡμ. [[ἀνήρ]],. ἀντίθ. τελείως [[ἀγαθός]], Ξεν. Κύρ. 3. 3, 38· ἡμ. περὶ λόγους Διον. Ἁλ. π. Δημ. 23. - Ἐπίρρ. -λῶς, Λογγῖν. Ἀποσπ. 6. 2.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />à moitié fini ; inachevé, incomplet, imparfait : ἡμιτελὴς [[δόμος]] IL maison incomplète (où le maître <i>ou</i> la maîtresse sont morts).<br />'''Étymologie:''' ἡμι-, [[τέλος]].
}}
}}

Revision as of 19:54, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἡμιτελής Medium diacritics: ἡμιτελής Low diacritics: ημιτελής Capitals: ΗΜΙΤΕΛΗΣ
Transliteration A: hēmitelḗs Transliteration B: hēmitelēs Transliteration C: imitelis Beta Code: h(mitelh/s

English (LSJ)

ές, (τέλος)

   A half-finished, δόμος ἡ. a house but half complete, i.e. childless, Il.2.701; βίος Str.7.3.3, cf. Luc. DMort.19.1; Ὀλύμπιον Dicaearch.1.1; ἡ. θάλαμος AP7.627 (Diod.); ἡ. νίκη D.H.2.42; φωναί Id.Comp.14; ἐνέργειαι Aret.SD1.7; of a child, Luc.Sacr.5; οὐδὲν ἡμιτελὲς καταλείπειν X.Cyr.8.1.3; ἡ. ἀφιέναι D.H.Th.9; ἡ. ἀνήρ, opp. τελείως ἀγαθός, X.Cyr.3.3.38; ἡ. περὶ λόγους D.H.Dem.23; ἡ. τὴν ἀρετήν Ph.2.199. Adv. -λῶς Longin. ap.Porph.Plot.19.

German (Pape)

[Seite 1170] ές, dasselbe, halb fertig; δόμος Il. 2, 701, des Protesilaos, der bald nach der Vermählung in den Krieg gezogen; nach Einigen = kinderlos; nach Strab. VII, 296 = χῆρος; vgl. Luc. D. Hort. 19, 1; θάλαμος Diod. 9 (VII, 627); νίκη D. Hal. 2, 42; ἡμιτελές τι καταλείπειν Xen. Cyr. 8, 1, 3; ἀνήρ, dem τελέως ἀγαθός entgegstzt, 3, 3, 38.

Greek (Liddell-Scott)

ἡμιτελής: -ές, (τέλος) κατὰ τὸ ἥμισυ τελειωμένος, δόμος ἡμ., οἰκία ἧς ἐλλείπει τὸ ἥμισυ, δηλ. ὁ κύριος αὐτῆς, ἐπὶ οἴκου τοῦ Πρωτεσιλάου, Ἰλ. Β. 701· πρβλ. Στράβ. 296, Λουκ. Νεκρ. Διαλ. 19. 1, Ruhnk. Τίμ. σ. 225· ἡμ. θάλαμος Ἀνθ. Π. 7. 627· ἡμ. νίκη Διον. Ἁλ. 2. 42· περὶ βρέφους, Λουκ. Θυσ. 5· ἡμιτελές τι καταλείπειν Ξεν. Κύρ. 8. 1, 3, κτλ.· ἀφιέναι Διον. Ἁλ. π. Θουκ. 9· - ἡμ. ἀνήρ,. ἀντίθ. τελείως ἀγαθός, Ξεν. Κύρ. 3. 3, 38· ἡμ. περὶ λόγους Διον. Ἁλ. π. Δημ. 23. - Ἐπίρρ. -λῶς, Λογγῖν. Ἀποσπ. 6. 2.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
à moitié fini ; inachevé, incomplet, imparfait : ἡμιτελὴς δόμος IL maison incomplète (où le maître ou la maîtresse sont morts).
Étymologie: ἡμι-, τέλος.