κεντρίζω: Difference between revisions

From LSJ

Τούτῳ τῷ λόγῳ χρήσαιτο ἄν τις ἐπ' ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων οἳ παραδόξως ἀλαζονεύονται, μηδὲ τὰ κοινὰ τοῖς ἀνθρώποις ἐπιτελεῖν δυνάμενοι → One would use this fable for those who give themselves unreasonable airs, but can't handle everyday life (Aesop 40)

Source
(6_13a)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κεντρίζω''': μέλλ. -ίσω, = [[κεντέω]], διὰ τοῦ κέντρου [[ἀναγκάζω]] τινὰ νὰ προχωρῇ, Ξεν. Ἱππ. 11. 6˙ μεταφορ., [[ἔρως]] κ. εἰς ἔρωτα ὁ αὐτ. ἐν Συμπ. 8. 24˙ [[ἔπαινος]] κ. Πλούτ. 2. 84C.- Παθ., κεντρίζεσθαι ὑπὸ φιλονεικίας Ξεν. Κύρ. 8. 7, 12. ΙΙ. [[ἐγκεντρίζω]], ἐμβολίζω, Ἐκκλ.
|lstext='''κεντρίζω''': μέλλ. -ίσω, = [[κεντέω]], διὰ τοῦ κέντρου [[ἀναγκάζω]] τινὰ νὰ προχωρῇ, Ξεν. Ἱππ. 11. 6˙ μεταφορ., [[ἔρως]] κ. εἰς ἔρωτα ὁ αὐτ. ἐν Συμπ. 8. 24˙ [[ἔπαινος]] κ. Πλούτ. 2. 84C.- Παθ., κεντρίζεσθαι ὑπὸ φιλονεικίας Ξεν. Κύρ. 8. 7, 12. ΙΙ. [[ἐγκεντρίζω]], ἐμβολίζω, Ἐκκλ.
}}
{{bailly
|btext=aiguillonner.<br />'''Étymologie:''' [[κέντρον]].
}}
}}

Revision as of 20:01, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κεντρίζω Medium diacritics: κεντρίζω Low diacritics: κεντρίζω Capitals: ΚΕΝΤΡΙΖΩ
Transliteration A: kentrízō Transliteration B: kentrizō Transliteration C: kentrizo Beta Code: kentri/zw

English (LSJ)

   A = κεντέω, X.Eq.11.6: metaph., ἔρως κ. εἰς ἔρωτα Id.Smp.8.24; ἔπαινος κ. Plu.2.84c; stimulate, τὰ σώματα Sor.2.54:—Pass., κεντρίζεσθαι ὑπὸ φιλονικίας X.Cyr.8.7.12; ὑπὸ πάθους Ph. 2.386.

German (Pape)

[Seite 1418] (das κέντρον gebrauchen), = κεντέω; Xen. de re equ. 11, 6; oft übertr., κεντριζόμενος ὑπὸ τῆς φιλονεικίας, angestachelt, Cyr. 8, 7, 12; von der Liebe, Conv. 8, 24; Plut.

Greek (Liddell-Scott)

κεντρίζω: μέλλ. -ίσω, = κεντέω, διὰ τοῦ κέντρου ἀναγκάζω τινὰ νὰ προχωρῇ, Ξεν. Ἱππ. 11. 6˙ μεταφορ., ἔρως κ. εἰς ἔρωτα ὁ αὐτ. ἐν Συμπ. 8. 24˙ ἔπαινος κ. Πλούτ. 2. 84C.- Παθ., κεντρίζεσθαι ὑπὸ φιλονεικίας Ξεν. Κύρ. 8. 7, 12. ΙΙ. ἐγκεντρίζω, ἐμβολίζω, Ἐκκλ.

French (Bailly abrégé)

aiguillonner.
Étymologie: κέντρον.