κόφινος: Difference between revisions

From LSJ

τί γὰρ καλὸν ζῆν βίοτον, ὃς λύπας φέρει → for what good is there to live a life that brings pain

Source
(6_14)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κόφῐνος''': ὁ, «κοφίνι», κατὰ τοὺς Γραμμ. ἧττον Ἀττ. τοῦ ἄρριχος, ἀλλ’ εὕρηται ἐν Ἀριστοφ. Ὄρ. 1310, Ἀποσπ. 129, Πλάτ. Κωμ. ἐν «Ἑορταῖς» 15, Στράττ. ἐν «Κινησίᾳ» 1, Ξεν. Ἀπομν. 3. 8, 6· κατὰ τοὺς μεταγενεστέρους χρόνους ἐν χρήσει πρὸ πάντων παρὰ τοῖς Ἰουδαίοις, Ἰουβεν. 3. 14., 6. 542, Κ. Δ.· ἦτο δὲ ὡς φαίνεται μικρότερον τῆς σπυρίδος, πρβλ. Εὐαγγ. κ. Ματθ. ις΄, 10, Πράξ. Ἀποστ. θ΄, 25. ΙΙ. Βοιωτικόν τι [[μέτρον]] περιέχον 9 Ἀττικὰς χοίνικας δηλ. σχεδὸν 10 λίτρας, Ἐπιγραφ. Βοιωτ. ἐν τῇ Συλλ. Ἐπιγρ. 1625. 46, Στράττ. ἐν «Κινησίᾳ» 1, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 42, 4, Ἡσύχ. ῑ [[ἅπαξ]] παρὰ Νόνν.
|lstext='''κόφῐνος''': ὁ, «κοφίνι», κατὰ τοὺς Γραμμ. ἧττον Ἀττ. τοῦ ἄρριχος, ἀλλ’ εὕρηται ἐν Ἀριστοφ. Ὄρ. 1310, Ἀποσπ. 129, Πλάτ. Κωμ. ἐν «Ἑορταῖς» 15, Στράττ. ἐν «Κινησίᾳ» 1, Ξεν. Ἀπομν. 3. 8, 6· κατὰ τοὺς μεταγενεστέρους χρόνους ἐν χρήσει πρὸ πάντων παρὰ τοῖς Ἰουδαίοις, Ἰουβεν. 3. 14., 6. 542, Κ. Δ.· ἦτο δὲ ὡς φαίνεται μικρότερον τῆς σπυρίδος, πρβλ. Εὐαγγ. κ. Ματθ. ις΄, 10, Πράξ. Ἀποστ. θ΄, 25. ΙΙ. Βοιωτικόν τι [[μέτρον]] περιέχον 9 Ἀττικὰς χοίνικας δηλ. σχεδὸν 10 λίτρας, Ἐπιγραφ. Βοιωτ. ἐν τῇ Συλλ. Ἐπιγρ. 1625. 46, Στράττ. ἐν «Κινησίᾳ» 1, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 42, 4, Ἡσύχ. ῑ [[ἅπαξ]] παρὰ Νόνν.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />corbeille.<br />'''Étymologie:''' DELG mot techn. sans étym., pê emprunt.
}}
}}

Revision as of 20:01, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κόφῐνος Medium diacritics: κόφινος Low diacritics: κόφινος Capitals: ΚΟΦΙΝΟΣ
Transliteration A: kóphinos Transliteration B: kophinos Transliteration C: kofinos Beta Code: ko/finos

English (LSJ)

ὁ,

   A basket, acc. to AB102 less Att. than ἄρριχος, found in Ar.Av.1310, Fr.349, Pl.Com.41, X.Mem.3.8.6, IG22.1672.65, Thphr.Char.4.11, PPetr.3p.312 (iii B. C.); in later times used specially by Jews, Juv. 3.14, 6.542, cf. Ev.Matt.16.9.    II Boeotian measure, containing nine Attic choenices, i.e. about two gallons, κ. σίτου IG7.2712.65, cf. Stratt.13, Arist.HA629a13, Hsch.

German (Pape)

[Seite 1497] ὁ, K orb; Ar. Av. 1310; Xen. Hem. 3, 8, 6; Sp.; die Atticisten verwerfen das Wort u. setzen dafür ἄῤῥιχος. – Bei den Böotern ein Maaß für trockene und flüssige Dinge, drei χόες haltend, Strattis bei Poll. 4, 169. – [Nonn. par. 6, 52 braucht ι auch lang.]

Greek (Liddell-Scott)

κόφῐνος: ὁ, «κοφίνι», κατὰ τοὺς Γραμμ. ἧττον Ἀττ. τοῦ ἄρριχος, ἀλλ’ εὕρηται ἐν Ἀριστοφ. Ὄρ. 1310, Ἀποσπ. 129, Πλάτ. Κωμ. ἐν «Ἑορταῖς» 15, Στράττ. ἐν «Κινησίᾳ» 1, Ξεν. Ἀπομν. 3. 8, 6· κατὰ τοὺς μεταγενεστέρους χρόνους ἐν χρήσει πρὸ πάντων παρὰ τοῖς Ἰουδαίοις, Ἰουβεν. 3. 14., 6. 542, Κ. Δ.· ἦτο δὲ ὡς φαίνεται μικρότερον τῆς σπυρίδος, πρβλ. Εὐαγγ. κ. Ματθ. ις΄, 10, Πράξ. Ἀποστ. θ΄, 25. ΙΙ. Βοιωτικόν τι μέτρον περιέχον 9 Ἀττικὰς χοίνικας δηλ. σχεδὸν 10 λίτρας, Ἐπιγραφ. Βοιωτ. ἐν τῇ Συλλ. Ἐπιγρ. 1625. 46, Στράττ. ἐν «Κινησίᾳ» 1, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 42, 4, Ἡσύχ. ῑ ἅπαξ παρὰ Νόνν.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
corbeille.
Étymologie: DELG mot techn. sans étym., pê emprunt.