νησιάρχης: Difference between revisions

From LSJ

χρώμεθα γὰρ πολιτείᾳ οὐ ζηλούσῃ τοὺς τῶν πέλας νόμους → we live under a form of government which does not emulate the institutions of our neighbours

Source
(6_19)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''νησιάρχης''': -ου, ὁ, ὁ ἄρχων ἢ [[κυβερνήτης]] νήσου, Ἀντιφάνης ἐν «Πλουσίοις» 1. 14, Πλούτ. 2. 823D· - νησίαρχος, Δίων Κ. 58. 5· - [[ῥῆμα]] νησιαρχέω, Συλλ. Ἐπιγρ. 3655. 7.
|lstext='''νησιάρχης''': -ου, ὁ, ὁ ἄρχων ἢ [[κυβερνήτης]] νήσου, Ἀντιφάνης ἐν «Πλουσίοις» 1. 14, Πλούτ. 2. 823D· - νησίαρχος, Δίων Κ. 58. 5· - [[ῥῆμα]] νησιαρχέω, Συλλ. Ἐπιγρ. 3655. 7.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />gouverneur d’une île.<br />'''Étymologie:''' [[νῆσος]], [[ἄρχω]].
}}
}}

Revision as of 20:04, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νησιάρχης Medium diacritics: νησιάρχης Low diacritics: νησιάρχης Capitals: ΝΗΣΙΑΡΧΗΣ
Transliteration A: nēsiárchēs Transliteration B: nēsiarchēs Transliteration C: nisiarchis Beta Code: nhsia/rxhs

English (LSJ)

ου, ὁ,

   A governor of an island or islands, Antiph.190.14, Plu.2.823d.

Greek (Liddell-Scott)

νησιάρχης: -ου, ὁ, ὁ ἄρχων ἢ κυβερνήτης νήσου, Ἀντιφάνης ἐν «Πλουσίοις» 1. 14, Πλούτ. 2. 823D· - νησίαρχος, Δίων Κ. 58. 5· - ῥῆμα νησιαρχέω, Συλλ. Ἐπιγρ. 3655. 7.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
gouverneur d’une île.
Étymologie: νῆσος, ἄρχω.