πάμπρωτος: Difference between revisions

From LSJ

ἀλλ' ἐσθ' ὁ θάνατος λοῖσθος ἰατρός κακῶν → but death is the ultimate healer of ills

Source
(6_11)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πάμπρωτος''': -η, -ον, ὁ [[πρώτιστος]] πάντων, Ἰλ. Ι. 93, Πινδ. Π. 4. 196, κτλ.· [[ὡσαύτως]] τὸ οὐδέτ. πάμπρωτον καὶ -τα ὡς ἐπίρρ., Ὀδ. Δ. 577., Κ. 403, Ἰλ. Ρ. 568, κτλ.· - ὑπερθ παμπρώτιστα, Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 1693.
|lstext='''πάμπρωτος''': -η, -ον, ὁ [[πρώτιστος]] πάντων, Ἰλ. Ι. 93, Πινδ. Π. 4. 196, κτλ.· [[ὡσαύτως]] τὸ οὐδέτ. πάμπρωτον καὶ -τα ὡς ἐπίρρ., Ὀδ. Δ. 577., Κ. 403, Ἰλ. Ρ. 568, κτλ.· - ὑπερθ παμπρώτιστα, Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 1693.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui est tout à fait le premier <i>ou</i> premier de tous;<br /><i>adv.</i> • πάμπρωτον OD, • πάμπρωτα IL par-dessus tout, avant tout.<br />'''Étymologie:''' [[πᾶν]], [[πρῶτος]].
}}
}}

Revision as of 20:05, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πάμπρωτος Medium diacritics: πάμπρωτος Low diacritics: πάμπρωτος Capitals: ΠΑΜΠΡΩΤΟΣ
Transliteration A: pámprōtos Transliteration B: pamprōtos Transliteration C: pamprotos Beta Code: pa/mprwtos

English (LSJ)

η, ον,

   A the very first, first of all, Il.7.324, 9.93: neut. πάμπρωτον as Adv., Od.4.577; ἐπεὶ π. εἶδον φέγγος Pi.P.4.111: also in pl. -πρωτα, Il.4.97, 17.568: Sup. παμπρώτιστα A.R.4.1693.

German (Pape)

[Seite 454] der allererste, Il. 9, 93, u. adv. πάμπρωτον, zu allererst, Od. 4, 577. 10, 403; ἐπεὶ πάμπρωτον εἶδον φέγγος, Pind. P. 4, 111; I. 5, 46; sp. D., wie Ap. Rh. 1, 1257. 3, 1203, u. in späterer Prosa, wie Nic. Harmon.

Greek (Liddell-Scott)

πάμπρωτος: -η, -ον, ὁ πρώτιστος πάντων, Ἰλ. Ι. 93, Πινδ. Π. 4. 196, κτλ.· ὡσαύτως τὸ οὐδέτ. πάμπρωτον καὶ -τα ὡς ἐπίρρ., Ὀδ. Δ. 577., Κ. 403, Ἰλ. Ρ. 568, κτλ.· - ὑπερθ παμπρώτιστα, Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 1693.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui est tout à fait le premier ou premier de tous;
adv. • πάμπρωτον OD, • πάμπρωτα IL par-dessus tout, avant tout.
Étymologie: πᾶν, πρῶτος.