περιναιέτης: Difference between revisions

From LSJ

ἐπεὰν νῶτον ὑὸς δελεάσῃ περὶ ἄγκιστρον, μετιεῖ ἐς μέσον τὸν ποταμόν, ὁ κροκόδειλος ἵεται κατὰ τὴν φωνήν, ἐντυχὼν δὲ τῷ νώτῳ καταπίνει → when he has baited a hog's back onto a hook, he throws it into the middle of the river, ... the crocodile lunges toward the voice of a squealing piglet, and having come upon the hogback, swallows it

Source
(6_19)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''περιναιέτης''': -ου, ὁ, [[περίοικος]], [[γείτων]], Ἰλ. Ω. 488, Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 470· πρβλ. [[περικτίονες]]. - Ἰδὲ Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 198.
|lstext='''περιναιέτης''': -ου, ὁ, [[περίοικος]], [[γείτων]], Ἰλ. Ω. 488, Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 470· πρβλ. [[περικτίονες]]. - Ἰδὲ Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 198.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />qui habite alentour.<br />'''Étymologie:''' [[περί]], [[ναίω]]¹.
}}
}}

Revision as of 20:06, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιναιέτης Medium diacritics: περιναιέτης Low diacritics: περιναιέτης Capitals: ΠΕΡΙΝΑΙΕΤΗΣ
Transliteration A: perinaiétēs Transliteration B: perinaietēs Transliteration C: perinaietis Beta Code: perinaie/ths

English (LSJ)

ου, ὁ,

   A one of those who dwell round, neighbour, Il.24.488, A.R.4.470.

German (Pape)

[Seite 583] ὁ, der Herumwohnende; κεῖνον περιναιέται ἀμφὶς ἐόντες τείρουσι, Il. 24, 488; sp. D., wie Ap. Rh. 4, 470.

Greek (Liddell-Scott)

περιναιέτης: -ου, ὁ, περίοικος, γείτων, Ἰλ. Ω. 488, Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 470· πρβλ. περικτίονες. - Ἰδὲ Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 198.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
qui habite alentour.
Étymologie: περί, ναίω¹.