χιλιόναυς: Difference between revisions
ἀλλ᾽ οὐδὲ εἷς τέκτων ὀχυρὰν οὕτως ἐποίησεν θύραν, δι᾽ἧς γαλῆ καὶ μοιχὸς οὐκ εἰσέρχεται → but no carpenter ever made a door so secure that a weasel or a womanizer could not pass through it
(6_8) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''χῑλιόναυς''': -εως, ὁ, ἡ, ὁ χιλίων νεῶν, ὁ ἐν χιλίοις ναυσὶν ὤν, ὁ [[μετὰ]] χιλίων νεῶν, στρατὸς Εὐρ. Ὀρ. 352· ὁ χ. Ἑλλάδος Ἄρης ὁ αὐτ. ἐν Ἀνδρ. 106· ἐλάταις χιλιόναυσιν = χιλίαις ναυσὶ ὁ αὐτ. ἐν Ι. Α. 174· - ἅπαντα [[ταῦτα]] λυρικὰ χωρία. | |lstext='''χῑλιόναυς''': -εως, ὁ, ἡ, ὁ χιλίων νεῶν, ὁ ἐν χιλίοις ναυσὶν ὤν, ὁ [[μετὰ]] χιλίων νεῶν, στρατὸς Εὐρ. Ὀρ. 352· ὁ χ. Ἑλλάδος Ἄρης ὁ αὐτ. ἐν Ἀνδρ. 106· ἐλάταις χιλιόναυσιν = χιλίαις ναυσὶ ὁ αὐτ. ἐν Ι. Α. 174· - ἅπαντα [[ταῦτα]] λυρικὰ χωρία. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=εως (ὁ, ἡ)<br />formé de mille vaisseaux.<br />'''Étymologie:''' [[χίλιοι]], [[ναῦς]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:12, 9 August 2017
English (LSJ)
εως, ὁ, ἡ,
A of a thousand ships, στρατός E.Or.352 (anap.); ὁ χ. Ἑλλάδος Ἄρης Id.Andr.106 (eleg.); ἐλάταις χιλιόναυσιν, = χιλίαις ναυσί, Id.IA174 (lyr.); also in later Prose, χ. στόλος Str. 13.1.27.
German (Pape)
[Seite 1356] εως, aus tausend Schiffen bestehend; στρατός Eur. Or. 352; Ἑλλάδος Ἄρης Andr. 106; ἐλάταις χιλιόναυσιν I. A. 174.
Greek (Liddell-Scott)
χῑλιόναυς: -εως, ὁ, ἡ, ὁ χιλίων νεῶν, ὁ ἐν χιλίοις ναυσὶν ὤν, ὁ μετὰ χιλίων νεῶν, στρατὸς Εὐρ. Ὀρ. 352· ὁ χ. Ἑλλάδος Ἄρης ὁ αὐτ. ἐν Ἀνδρ. 106· ἐλάταις χιλιόναυσιν = χιλίαις ναυσὶ ὁ αὐτ. ἐν Ι. Α. 174· - ἅπαντα ταῦτα λυρικὰ χωρία.
French (Bailly abrégé)
εως (ὁ, ἡ)
formé de mille vaisseaux.
Étymologie: χίλιοι, ναῦς.