διάνδιχα: Difference between revisions

From LSJ

Πενία δ' ἄτιμον καὶ τὸν εὐγενῆ ποιεῖ → Pauper inhonorus, genere sit clarus licet → Die Armut nimmt selbst dem, der edel ist, die Ehr'

Menander, Monostichoi, 455
(Autenrieth)
(big3_11)
Line 21: Line 21:
{{Autenrieth
{{Autenrieth
|auten=([[δίχα]]): [[between]] [[two]] ways, in [[two]] ways; μερμηρίζειν, ‘[[between]] [[two]] resolves,’ foll, by ἤ, ἦ, Il. 13.455; σοὶ δὲ [[διάνδιχα]] δῶκε, ‘a divided [[gift]]’ (i. e. only [[one]] of [[two]] gifts), Il. 9.37.
|auten=([[δίχα]]): [[between]] [[two]] ways, in [[two]] ways; μερμηρίζειν, ‘[[between]] [[two]] resolves,’ foll, by ἤ, ἦ, Il. 13.455; σοὶ δὲ [[διάνδιχα]] δῶκε, ‘a divided [[gift]]’ (i. e. only [[one]] of [[two]] gifts), Il. 9.37.
}}
{{DGE
|dgtxt=(διάνδῐχᾰ)<br />adv. [[de manera dividida]], [[de dos maneras]], [[en dos partes]] δ. μερμήριξεν dudaba entre dos decisiones</i>, <i>Il</i>.1.189, 8.167, 13.455, σοὶ δὲ δ. δῶκε Κρόνου πάϊς el hijo de Crono te dio dos tipos de dones</i>, <i>Il</i>.9.37, κοῦραι ... δ. [[εἶδος]] ἔχουσαι Cleobul.2, δ. κλῇθρα κλίνεται la cerradura se mueve en dos sentidos</i> E.<i>HF</i> 1029, νῆα δ. ἔαξε quebró en dos la nave</i> A.R.2.1109, cf. Theoc.25.256, δ. νηὸς ἰούσης avanzando la nave de dos maneras (a remo y a vela)</i>, A.R.1.934, δ. ναιετάοντες los que habitan en lugares alejados</i> A.R.3.991, τοὶ μέν ῥα δ. νηυσὶν ἔκελσαν y ellos entonces en sus naves tomaron rumbos distintos</i> A.R.4.453, εἰσορόωντι δ. ... δοιά <i>AP</i> 6.332 (Hadr.).
}}
}}

Revision as of 12:24, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διάνδῐχα Medium diacritics: διάνδιχα Low diacritics: διάνδιχα Capitals: ΔΙΑΝΔΙΧΑ
Transliteration A: diándicha Transliteration B: diandicha Transliteration C: diandicha Beta Code: dia/ndixa

English (LSJ)

Adv.

   A = ἄνδιχα, two ways, δ. μερμηρίζειν halt between two opinions, Il.1.189; σοὶ δὲ δ. δῶκε endowed thee by halves, 9.37; in tmesi, διὰ δ' ἄνδιχα θυμὸν ἔχουσιν Hes.Op.13; διὰ δ' ἄνδιχα ἔαξα broke it in twain, Theoc.25.256, cf. A.R.2.1109; once in Trag., δ. κλῇθρα κλίνεται E.HF1029 (lyr.); also δ. νηὸς ἰούσης, perh. with sails and oars, A.R.1.934.

German (Pape)

[Seite 592] zwiefach (διά, ἀνά, δίχα); Hom. viermal: διάνδιχα μερμήριξεν Versende Iliad. 1, 189. 8, 167. 13, 455, er schwankte zwischen zwei Entschlüssen; Iliad. 9, 37 σοὶ δὲ διάνδιχα δῶκε Κρόνου παῖς ἀγκυλομήτεω· σκήπτρῳ μέν τοι δῶκε τετιμῆσθαι περὶ πάντων, ἀλκὴν δ' οὔ τοι δῶκεν, er gab dir von zwei Dingen eines. Vgl. δίχα und ἄνδιχα. – Folgende: διάνδιχα κλῇθρα κλίνεται δόμων Eur. Herc. Fur. 1029; νῆα διάνδιχ' ἔαξε Ap. Rh. 2, 1109. Auch in tmesi, διὰ δ' ἄνδιχα θυμὸν ἔχουσιν Hes. O. 13; vgl. διὰ δ' ἀμπερές, Odyss. 21, 422.

Greek (Liddell-Scott)

διάνδῐχα: ἐπίρρ., ὡς τὸ ἄνδιχα, κατὰ δύο τρόπους, διάνδιχα μερμηρίζειν, κυμαίνεσθαι, ταλαντεύεσθαι μεταξὺ δύο γνωμῶν, Ἰλ. Α. 189· σοὶ δὲ διάνδιχα δῶκε Ι. 37· ἐν τμήσει, διὰ δ’ ἄνδιχα θυμὸν ἔχουσιν Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 13· δ. ἔαξα, ἔθραυσα αὐτὸ εἰς δύο, Θεόκρ. 25. 256· μόνον ἄπαξ παρὰ Τραγ. (ἐν λυρικῷ χωρίῳ), δ. κλῇθρα κλίνεται Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 1029.

French (Bailly abrégé)

adv.
1 en deux parties, en deux : διάνδιχα μερμηρίζειν IL être partagé entre deux avis;
2 par moitié : σοὶ δὲ διάνδιχα δῶκε IL et il te donna l’une des deux choses.
Étymologie: διά, ἄνδιχα.

English (Autenrieth)

(δίχα): between two ways, in two ways; μερμηρίζειν, ‘between two resolves,’ foll, by ἤ, ἦ, Il. 13.455; σοὶ δὲ διάνδιχα δῶκε, ‘a divided gift’ (i. e. only one of two gifts), Il. 9.37.

Spanish (DGE)

(διάνδῐχᾰ)
adv. de manera dividida, de dos maneras, en dos partes δ. μερμήριξεν dudaba entre dos decisiones, Il.1.189, 8.167, 13.455, σοὶ δὲ δ. δῶκε Κρόνου πάϊς el hijo de Crono te dio dos tipos de dones, Il.9.37, κοῦραι ... δ. εἶδος ἔχουσαι Cleobul.2, δ. κλῇθρα κλίνεται la cerradura se mueve en dos sentidos E.HF 1029, νῆα δ. ἔαξε quebró en dos la nave A.R.2.1109, cf. Theoc.25.256, δ. νηὸς ἰούσης avanzando la nave de dos maneras (a remo y a vela), A.R.1.934, δ. ναιετάοντες los que habitan en lugares alejados A.R.3.991, τοὶ μέν ῥα δ. νηυσὶν ἔκελσαν y ellos entonces en sus naves tomaron rumbos distintos A.R.4.453, εἰσορόωντι δ. ... δοιά AP 6.332 (Hadr.).