ἐγκατασπείρω: Difference between revisions

From LSJ

οὐκ ἔστιν οὐδείς, οὐδ' ὁ Μυσῶν ἔσχατοςthere is nobody, not even the last of the Mysians | there is nobody, not even the meanest of mankind

Source
(Bailly1_2)
(big3_13)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=répandre dans, disséminer dans.<br />'''Étymologie:''' [[ἐν]], [[κατασπείρω]].
|btext=répandre dans, disséminer dans.<br />'''Étymologie:''' [[ἐν]], [[κατασπείρω]].
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">1</b> [[dispersar]], [[esparcir]], [[extender]] c. ac. y dat. loc. πρὶν ἂν τοῖς βλεφάροις τὸ πάθος ἐγκατασπεῖραι Seuer. en Aët.7.45, en v. pas. στρατιῶται ... πόλεσιν Plu.<i>Cic</i>.14, ἰκμάς τις ... τῷ βάθει τῆς γῆς Gr.Nyss.<i>Ordin</i>.340.13<br /><b class="num">•</b>agr. [[sembrar]], [[implantar]] τὸν κόκκον τοῦ σινάπεως εἰς τὴν ἀγαθὴν γῆν Iren.Lugd.<i>Haer</i>.1.13.2, en sent. fig. ἐκεῖνο ... ὑμῶν ταῖς ἀκοαῖς <i>A.Io</i>.34.1.<br /><b class="num">2</b> fig. [[diseminar]], [[dispersar]] τὰ ἡμερότητος ... σπέρματα ταῖς διανοίαις Ph.2.397, θειότητος, ἣν ὁ θεὸς ἐγκατέσπειρεν ... τῇ ὕλῃ Plu.2.1001b, cf. <i>Corp.Herm</i>.8.3, [[διερριμμένως]] τὰ ζώπυρα τῶν ... δογμάτων Clem.Al.<i>Strom</i>.7.18.110, τὰ ... δύσγνωστα ... ἐν τῷ πλάτει καρδίας Hippol.<i>Antichr</i>.1, en v. pas. τοῖς μὲν οὖν ἀλόγοις οὐδὲν ἀθάνατον ἐγκατέσπαρται Aen.Gaz.<i>Thphr</i>.62.5<br /><b class="num">•</b>ref. la palabra [[difundir]] τὸ σόφισμα τοῦτο πᾶσιν Charito 3.3.16, δόξας ... τοῖς πλήθεσιν I.<i>Ap</i>.2.239, φήμην Hdn.2.1.3, cf. Procl.<i>in Ti</i>.2.76.26.
}}
}}

Revision as of 12:27, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐγκατασπείρω Medium diacritics: ἐγκατασπείρω Low diacritics: εγκατασπείρω Capitals: ΕΓΚΑΤΑΣΠΕΙΡΩ
Transliteration A: enkataspeírō Transliteration B: enkataspeirō Transliteration C: egkataspeiro Beta Code: e)gkataspei/rw

English (LSJ)

   A scatter, sow, implant in or among, ἐλπίδα τῷ γένει τῶν ἀνθρώπων Ph.2.673; τι τῇ ὕλῃ Plu.2.1001b; φήμην Hdn.2.1.3:—Pass., Plu. Cic.14, Aen.Gaz.Thphr.p.69 B.

German (Pape)

[Seite 706] darin, darunter säen, ausstreuen, ταῖς πόλεσιν υἱοὺς ἄρχοντας Plut. Thes. 3; ταῖς πόλεσιν ἐγκατεσπαρμέναι, in den Städten zerstreu't, Cic. 14; – a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἐγκατασπείρω: διασπείρω ἐντός τινος, ἣν ὁ θεὸς ἐγκατέσπειρεν ἀφ’ ἑαυτοῦ τῇ ὕλῃ καὶ κατέμιξε Πλουτ. Ἠθ. 1061Β.

French (Bailly abrégé)

répandre dans, disséminer dans.
Étymologie: ἐν, κατασπείρω.

Spanish (DGE)

1 dispersar, esparcir, extender c. ac. y dat. loc. πρὶν ἂν τοῖς βλεφάροις τὸ πάθος ἐγκατασπεῖραι Seuer. en Aët.7.45, en v. pas. στρατιῶται ... πόλεσιν Plu.Cic.14, ἰκμάς τις ... τῷ βάθει τῆς γῆς Gr.Nyss.Ordin.340.13
agr. sembrar, implantar τὸν κόκκον τοῦ σινάπεως εἰς τὴν ἀγαθὴν γῆν Iren.Lugd.Haer.1.13.2, en sent. fig. ἐκεῖνο ... ὑμῶν ταῖς ἀκοαῖς A.Io.34.1.
2 fig. diseminar, dispersar τὰ ἡμερότητος ... σπέρματα ταῖς διανοίαις Ph.2.397, θειότητος, ἣν ὁ θεὸς ἐγκατέσπειρεν ... τῇ ὕλῃ Plu.2.1001b, cf. Corp.Herm.8.3, διερριμμένως τὰ ζώπυρα τῶν ... δογμάτων Clem.Al.Strom.7.18.110, τὰ ... δύσγνωστα ... ἐν τῷ πλάτει καρδίας Hippol.Antichr.1, en v. pas. τοῖς μὲν οὖν ἀλόγοις οὐδὲν ἀθάνατον ἐγκατέσπαρται Aen.Gaz.Thphr.62.5
ref. la palabra difundir τὸ σόφισμα τοῦτο πᾶσιν Charito 3.3.16, δόξας ... τοῖς πλήθεσιν I.Ap.2.239, φήμην Hdn.2.1.3, cf. Procl.in Ti.2.76.26.