φερένικος: Difference between revisions

From LSJ

Ὡς ἡδὺ τὸ ζῆν μὴ φθονούσης τῆς τύχης → Quam vita dulce est, fata dum non invident → Wie süß zu leben, wenn das Glück nicht neidisch ist

Menander, Monostichoi, 563
(6)
m (LSJ1 replacement)
 
(7 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=ferenikos
|Transliteration C=ferenikos
|Beta Code=fere/nikos
|Beta Code=fere/nikos
|Definition=ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">carrying off victory, victorious</b>, name of a race-horse of King Hiero, <span class="bibl">Pi.<span class="title">O.</span>1.18</span>, etc. (The fem. pr.n. <b class="b3">Βερενίκη</b> is Maced. for <b class="b3">Φερενίκη</b>.) </span>
|Definition=φερένικον, [[carrying off victory]], [[victorious]], name of a race-horse of King Hiero, Pi.''O.''1.18, etc. (The fem. pr.n. [[Βερενίκη]] is Maced. for [[Φερενίκη]].)  
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> [[νικηφόρος]]<br /><b>2.</b> (<b>το αρσ. ως κύριο όν.</b>) <i>Φερένικος</i><br />όνομα αλόγου του Ιέρωνος, το οποίο διακρίθηκε σε ιπποδρομικούς αγώνες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φέρω]] (για τη [[μορφή]] του <i>α</i>' συνθετικού <b>βλ. λ.</b> [[φέρω]]) <span style="color: red;">+</span> -<i>νικος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[νίκη]]), <b>πρβλ.</b> <i>φιλό</i>-<i>νικος</i>].
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> [[νικηφόρος]]<br /><b>2.</b> (<b>το αρσ. ως κύριο όν.</b>) <i>Φερένικος</i><br />όνομα αλόγου του Ιέρωνος, το οποίο διακρίθηκε σε ιπποδρομικούς αγώνες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φέρω]] (για τη [[μορφή]] του <i>α</i>' συνθετικού <b>βλ. λ.</b> [[φέρω]]) <span style="color: red;">+</span> -<i>νικος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[νίκη]]), [[πρβλ]]. [[φιλόνικος]]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''φερένῑκος:''' -ον ([[νίκη]]), αυτός που φέρει τη [[νίκη]], [[νικηφόρος]], σε Πίνδ.
|lsmtext='''φερένῑκος:''' -ον ([[νίκη]]), αυτός που φέρει τη [[νίκη]], [[νικηφόρος]], σε Πίνδ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=φερέ-νῑκος, ον, [[νίκη]]<br />[[carrying]] off [[victory]], Pind.
}}
}}

Latest revision as of 11:02, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φερένῑκος Medium diacritics: φερένικος Low diacritics: φερένικος Capitals: ΦΕΡΕΝΙΚΟΣ
Transliteration A: pherénikos Transliteration B: pherenikos Transliteration C: ferenikos Beta Code: fere/nikos

English (LSJ)

φερένικον, carrying off victory, victorious, name of a race-horse of King Hiero, Pi.O.1.18, etc. (The fem. pr.n. Βερενίκη is Maced. for Φερενίκη.)

German (Pape)

[Seite 1261] Sieg bringend, davontragend, siegreich. Als, nom. pr.

Greek (Liddell-Scott)

φερένῑκος: -ον, ὁ φέρων νίκην, νικητής, ὄνομα ἵππου τινὸς τοῦ Ἱέρωνος διακριθέντος ἐν τοῖς ἱπποδρομικοῖς ἀγῶσι, Πινδ. Ο. Ι. 29, κλπ. (Τὸ θηλ. κύρ. ὄνομα Βερενίκη εἶναι Μακεδονικ. ἀντὶ Φερενίκη, πρβλ. Β. β. ΙΙ.)

Greek Monolingual

-ον, Α
1. νικηφόρος
2. (το αρσ. ως κύριο όν.) Φερένικος
όνομα αλόγου του Ιέρωνος, το οποίο διακρίθηκε σε ιπποδρομικούς αγώνες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φέρω (για τη μορφή του α' συνθετικού βλ. λ. φέρω) + -νικος (< νίκη), πρβλ. φιλόνικος].

Greek Monotonic

φερένῑκος: -ον (νίκη), αυτός που φέρει τη νίκη, νικηφόρος, σε Πίνδ.

Middle Liddell

φερέ-νῑκος, ον, νίκη
carrying off victory, Pind.