ὑπονόστησις: Difference between revisions

From LSJ

Εὔτολμος εἶναι κρῖνε, τολμηρὸς δὲ μή → Audentiam tibi sume, non audaciam → Entschlossen zeige Mut, doch nicht Verwegenheit

Menander, Monostichoi, 153
(4b)
m (LSJ1 replacement)
 
(13 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=yponostisis
|Transliteration C=yponostisis
|Beta Code=u(pono/sthsis
|Beta Code=u(pono/sthsis
|Definition=εως, ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">retirement, sinking, subsiding</b>, θαλάσσης <span class="bibl">Plu. <span class="title">Ant.</span>3</span>; of the Nile, <span class="bibl">Hld.9.22</span> (pl.); <b class="b3">ὑ. ἀέρος εἰς γῆν</b>, as a definition of an earthquake, Anaxag. ap. <span class="bibl">D.L.2.9</span>; τοῦ θερμοῦ Gal.1.689: metaph., ἀλαζονείας <span class="bibl">Ph.<span class="title">Fr.</span>102</span> H.</span>
|Definition=-εως, ἡ, [[retirement]], [[sinking]], [[subsiding]], θαλάσσης Plu. ''Ant.''3; of the Nile, Hld.9.22 (pl.); <b class="b3">ὑ. ἀέρος εἰς γῆν</b>, as a definition of an earthquake, Anaxag. ap. D.L.2.9; τοῦ θερμοῦ Gal.1.689: metaph., ἀλαζονείας Ph.''Fr.''102 H.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1227.png Seite 1227]] ἡ, Rückkehr, – das Heruntergehen, Sinken, Plut. Ant. 3; καὶ αὐξήσεις, vom Nil, Mel. 9, 23.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1227.png Seite 1227]] ἡ, Rückkehr, – das Heruntergehen, Sinken, Plut. Ant. 3; καὶ αὐξήσεις, vom Nil, Mel. 9, 23.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />action de se perdre sous terre <i>en parl. de l'eau</i>.<br />'''Étymologie:''' [[ὑπονοστέω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὑπονόστησις:''' εως ἡ<br /><b class="num">1</b> [[убывание]], [[спад]] (τῆς θαλάσσης Plut.);<br /><b class="num">2</b> [[опускание]], [[проникновение]] (ἀέρος εἰς γῆν Anax. ap. Diog. L.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑπονόστησις''': -εως, ἡ, [[ὑποστροφή]], [[ὑποχώρησις]], [[κατάπτωσις]], ἐπὶ τῆς θαλάσσης, Πλουτ. Ἀντών. 3· ὑπον. ἀέρος εἰς γῆν, ὡς ὁρισμὸς τοῦ σεισμοῦ, Ἀναξαγ. παρὰ Διογ. Λ. 2. 9· τὴν τοῦ θερμοῦ ὑπονόστησιν Γαλην. τ. 19, σ. 344. 12.
|lstext='''ὑπονόστησις''': -εως, ἡ, [[ὑποστροφή]], [[ὑποχώρησις]], [[κατάπτωσις]], ἐπὶ τῆς θαλάσσης, Πλουτ. Ἀντών. 3· ὑπον. ἀέρος εἰς γῆν, ὡς ὁρισμὸς τοῦ σεισμοῦ, Ἀναξαγ. παρὰ Διογ. Λ. 2. 9· τὴν τοῦ θερμοῦ ὑπονόστησιν Γαλην. τ. 19, σ. 344. 12.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />action de se perdre sous terre <i>en parl. de l’eau</i>.<br />'''Étymologie:''' [[ὑπονοστέω]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ήσεως, ἡ, Α [[ὑπονοστῶ]]<br /><b>1.</b> [[πτώση]] σε χαμηλότερα επίπεδα, σε χαμηλότερη [[στάθμη]], [[καθίζηση]]<br /><b>2.</b> <b>ιατρ.</b> [[πτώση]] σε χαμηλότερο βαθμό («τὴν τοῡ θερμοῡ ὑπονόστησιν», <b>Γαλ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «[[ὑπονόστησις]] ἀέρος εἰς γῆν» — ο [[σεισμός]] <b>(Αναξαγ.)</b>.
|mltxt=-ήσεως, ἡ, Α [[ὑπονοστῶ]]<br /><b>1.</b> [[πτώση]] σε χαμηλότερα επίπεδα, σε χαμηλότερη [[στάθμη]], [[καθίζηση]]<br /><b>2.</b> <b>ιατρ.</b> [[πτώση]] σε χαμηλότερο βαθμό («τὴν τοῦ θερμοῦ ὑπονόστησιν», <b>Γαλ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «[[ὑπονόστησις]] ἀέρος εἰς γῆν» — ο [[σεισμός]] <b>(Αναξαγ.)</b>.
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὑπονόστησις:''' -εως, ἡ, [[υποχώρηση]], [[καθίζηση]], λέγεται για [[θάλασσα]], σε Πλούτ.
|lsmtext='''ὑπονόστησις:''' -εως, ἡ, [[υποχώρηση]], [[καθίζηση]], λέγεται για [[θάλασσα]], σε Πλούτ.
}}
}}
{{elru
{{mdlsj
|elrutext='''ὑπονόστησις:''' εως ἡ<b class="num">1)</b> убывание, спад (τῆς θαλάσσης Plut.);<br /><b class="num">2)</b> опускание, проникновение (ἀέρος εἰς γῆν Anax. ap. Diog. L.).
|mdlsjtxt=[[ὑπονόστησις]], εως, [from [[ὑπονοστέω]]<br />[[subsidence]], of the sea, Plut.
}}
}}

Latest revision as of 10:45, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπονόστησις Medium diacritics: ὑπονόστησις Low diacritics: υπονόστησις Capitals: ΥΠΟΝΟΣΤΗΣΙΣ
Transliteration A: hyponóstēsis Transliteration B: hyponostēsis Transliteration C: yponostisis Beta Code: u(pono/sthsis

English (LSJ)

-εως, ἡ, retirement, sinking, subsiding, θαλάσσης Plu. Ant.3; of the Nile, Hld.9.22 (pl.); ὑ. ἀέρος εἰς γῆν, as a definition of an earthquake, Anaxag. ap. D.L.2.9; τοῦ θερμοῦ Gal.1.689: metaph., ἀλαζονείας Ph.Fr.102 H.

German (Pape)

[Seite 1227] ἡ, Rückkehr, – das Heruntergehen, Sinken, Plut. Ant. 3; καὶ αὐξήσεις, vom Nil, Mel. 9, 23.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
action de se perdre sous terre en parl. de l'eau.
Étymologie: ὑπονοστέω.

Russian (Dvoretsky)

ὑπονόστησις: εως ἡ
1 убывание, спад (τῆς θαλάσσης Plut.);
2 опускание, проникновение (ἀέρος εἰς γῆν Anax. ap. Diog. L.).

Greek (Liddell-Scott)

ὑπονόστησις: -εως, ἡ, ὑποστροφή, ὑποχώρησις, κατάπτωσις, ἐπὶ τῆς θαλάσσης, Πλουτ. Ἀντών. 3· ὑπον. ἀέρος εἰς γῆν, ὡς ὁρισμὸς τοῦ σεισμοῦ, Ἀναξαγ. παρὰ Διογ. Λ. 2. 9· τὴν τοῦ θερμοῦ ὑπονόστησιν Γαλην. τ. 19, σ. 344. 12.

Greek Monolingual

-ήσεως, ἡ, Α ὑπονοστῶ
1. πτώση σε χαμηλότερα επίπεδα, σε χαμηλότερη στάθμη, καθίζηση
2. ιατρ. πτώση σε χαμηλότερο βαθμό («τὴν τοῦ θερμοῦ ὑπονόστησιν», Γαλ.)
3. φρ. «ὑπονόστησις ἀέρος εἰς γῆν» — ο σεισμός (Αναξαγ.).

Greek Monotonic

ὑπονόστησις: -εως, ἡ, υποχώρηση, καθίζηση, λέγεται για θάλασσα, σε Πλούτ.

Middle Liddell

ὑπονόστησις, εως, [from ὑπονοστέω
subsidence, of the sea, Plut.