Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

безрассудный: Difference between revisions

From LSJ

Ὁπόσον τῷ ποδὶ περρέχει τᾶς γᾶς, τοῦτο χάρις → Every inch of his stature is grace

Theocritus, Idylls, 30.3
(1)
 
m (Text replacement - "]] ;;" to "]],")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{ruel
{{ruel
|rueltext=[[ἠλεός]], [[δύσφρων]], [[παράνοος]], [[παράνους]], [[παραφρόνιμος]], [[ἠλίθιος]], [[ἀλίθιος]], [[ἀλόγιστος]], [[ἀσύνετος]], [[ἀξύνετος]], [[ἀεσίφρων]], [[μανιώδης]], [[ἀφραδής]], [[κακόβουλος]], [[κακόφρων]], [[κουφόνοος]], [[κουφόνους]], [[χαλίφρων]], [[ἄφρων]], [[ἀσυλλόγιστος]], [[ἄσκεπτος]], [[ἀπερίσκεπτος]], [[ἄβουλος]], [[ἄσκοπος]], [[ἀφρόντιστος]], [[ἄνοος]], [[ἄνους]], [[μωρός]], [[μῶρος]], [[ἀγνώμων]], [[ἀνοήμων]], [[ἀνόητος]], [[ἔμπληκτος]], [[μάταιος]], [[θερμουργός]], [[μανικός]], [[θερμός]], [[εἰκαῖος]]
|rueltext=[[ἠλεός]], [[δύσφρων]], [[παράνοος]], [[παράνους]], [[παραφρόνιμος]], [[ἠλίθιος]], [[ἀλίθιος]], [[ἀλόγιστος]], [[ἀσύνετος]], [[ἀξύνετος]], [[ἀεσίφρων]], [[μανιώδης]], [[ἀφραδής]], [[κακόβουλος]], [[κακόφρων]], [[κουφόνοος]], [[κουφόνους]], [[χαλίφρων]], [[ἄφρων]], [[ἀσυλλόγιστος]], [[ἄσκεπτος]], [[ἀπερίσκεπτος]], [[ἄβουλος]], [[ἄσκοπος]], [[ἀφρόντιστος]], [[ἄνοος]], [[ἄνους]], [[μωρός]], [[μῶρος]], [[ἀγνώμων]], [[ἀνοήμων]], [[ἀνόητος]], [[ἔμπληκτος]], [[μάταιος]], [[θερμουργός]], [[μανικός]], [[θερμός]], [[εἰκαῖος]], [[κοῦφος]], [[ἄλογος]]
}}
}}

Latest revision as of 17:40, 18 October 2019