τετράστοιχος: Difference between revisions

From LSJ

εὐκαταφρόνητός ἐστι σιγηρὸς τρόπος → a way of life disposed to silence is contemptible (Menander)

Source
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")
m (LSJ1 replacement)
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=tetrastoichos
|Transliteration C=tetrastoichos
|Beta Code=tetra/stoixos
|Beta Code=tetra/stoixos
|Definition=ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[in four rows]], <b class="b3">κριθαί</b> ib.<span class="bibl">8.4.2</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">2</span> <b class="b3">τ. σῶμα</b> alloy [[of four metals]], Olymp.Alch.<span class="bibl">p.96</span> B. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> <b class="b3">τετράστοιχον, τό</b>, [[four classes of]] <b class="b3">ζῷα</b>, <span class="bibl">Procl.<span class="title">in Cra.</span>p.22</span> P.</span>
|Definition=τετράστοιχον,<br><span class="bld">A</span> [[in four rows]], [[κριθαί]] ib.8.4.2.<br><span class="bld">2</span> <b class="b3">τ. σῶμα</b> alloy [[of four metals]], Olymp.Alch.p.96 B.<br><span class="bld">II</span> [[τετράστοιχον]], τό, [[four classes of]] [[ζῷα]], Procl.''in Cra.''p.22 P.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[τετράστοιχος]], -ον, ΝΜΑ<br />αυτός που έχει [[τέσσερεις]] στοίχους ή [[τέσσερεις]] σειρές<br /><b>μσν.</b><br /><b>φρ.</b> «τετράστοιχον [[σῶμα]]» — [[κράμα]] από [[τέσσερα]] μέταλλα<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />αυτός αποτελείται από [[τέσσερα]] στοιχεία.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[στοῖχος]] «[[σειρά]], [[γραμμή]]» (<b>πρβλ.</b> <i>τρί</i>-<i>στοιχος</i>)].
|mltxt=-η, -ο / [[τετράστοιχος]], -ον, ΝΜΑ<br />αυτός που έχει [[τέσσερεις]] στοίχους ή [[τέσσερεις]] σειρές<br /><b>μσν.</b><br /><b>φρ.</b> «τετράστοιχον [[σῶμα]]» — [[κράμα]] από [[τέσσερα]] μέταλλα<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />αυτός αποτελείται από [[τέσσερα]] στοιχεία.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[στοῖχος]] «[[σειρά]], [[γραμμή]]» ([[πρβλ]]. [[τρίστοιχος]])].
}}
}}

Latest revision as of 10:40, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τετράστοιχος Medium diacritics: τετράστοιχος Low diacritics: τετράστοιχος Capitals: ΤΕΤΡΑΣΤΟΙΧΟΣ
Transliteration A: tetrástoichos Transliteration B: tetrastoichos Transliteration C: tetrastoichos Beta Code: tetra/stoixos

English (LSJ)

τετράστοιχον,
A in four rows, κριθαί ib.8.4.2.
2 τ. σῶμα alloy of four metals, Olymp.Alch.p.96 B.
II τετράστοιχον, τό, four classes of ζῷα, Procl.in Cra.p.22 P.

German (Pape)

[Seite 1099] in vier Reihen, Philo u. a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

τετράστοιχος: -ον, ὁ ἐκ τεσσάρων στοίχων ἢ σειρῶν, διῃρημένον κατὰ τὴν τετραστοιχίαν Θεοφρ. περὶ Φυτ. Ἱστ. 9. 4, 2.

Greek Monolingual

-η, -ο / τετράστοιχος, -ον, ΝΜΑ
αυτός που έχει τέσσερεις στοίχους ή τέσσερεις σειρές
μσν.
φρ. «τετράστοιχον σῶμα» — κράμα από τέσσερα μέταλλα
μσν.-αρχ.
αυτός αποτελείται από τέσσερα στοιχεία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + στοῖχος «σειρά, γραμμή» (πρβλ. τρίστοιχος)].