ἐλεεινολογία: Difference between revisions
ὁκόσα γὰρ ὑπὰρ ἐκτρέπονται ὁποίου ὦν κακοῦ, τάδε ἐνύπνιον ὁρέουσι ὥρμησε → for whatever, when awake, they have an aversion to, as being an evil, rushes upon their visions in sleep (Aretaeus, Causes & Symptoms of Chronic Disease 1.5.6)
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
|||
(6 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=eleeinologia | |Transliteration C=eleeinologia | ||
|Beta Code=e)leeinologi/a | |Beta Code=e)leeinologi/a | ||
|Definition=Att. | |Definition=Att. [[ἐλεινολογία]], ἡ, [[piteous appeal]], ἐ. καὶ δείνωσις [[Plato|Pl.]]''[[Phaedrus|Phdr.]]''272a, cf. Hermog.''Id.''1.1; πρὸς -λογίαν λέγειν Agatharch. 21. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ας, ἡ<br /><b class="num">• Alolema(s):</b> ἐλεινο- Pl.<i>Phdr</i>.272a<br />ret. [[expresión lastimera]], [[lamentación]] que mueve a compasión [[βραχυλογία]] ... καὶ ἐ. καὶ [[δείνωσις]] Pl.l.c., πρὸς ἐλεεινολογίαν λέγειν Agatharch.21, cf. Hermog.<i>Id</i>.1.1 (p.223)<br /><b class="num">•</b>gener. ἐλεεινολογίᾳ τὸν θυμὸν διεκρούσω Bas.Sel.<i>Or</i>.M.85.348C, cf. 237C, Sch.A.<i>Th</i>.51a, Eust.1353.37. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0794.png Seite 794]] ἡ, die Mitleid erweckende Rede, neben [[δείνωσις]] Plat. Phaed. 272 a; Sp. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0794.png Seite 794]] ἡ, die Mitleid erweckende Rede, neben [[δείνωσις]] Plat. Phaed. 272 a; Sp. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἐλεεινολογία:''' ἡ [[возбуждающая сострадание]], [[жалобная речь]] Plat. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐλεεινολογία''': ἡ, τὸ ἐλεεινολογεῖσθαι, κινεῖν εἰς οἶκτον, [[ἐλεεινολογία]] τε καὶ [[δείνωσις]] Πλάτ. Φαῖδρ. 272Α. | |lstext='''ἐλεεινολογία''': ἡ, τὸ ἐλεεινολογεῖσθαι, κινεῖν εἰς οἶκτον, [[ἐλεεινολογία]] τε καὶ [[δείνωσις]] Πλάτ. Φαῖδρ. 272Α. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η (ΑΜ [[ἐλεεινολογία]], Α και ἐλεινολογία)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> ο [[χαρακτηρισμός]] κάποιου ως ελεινού, ως αξιολύπητου<br /><b>2.</b> ο [[χαρακτηρισμός]] κάποιου ως ελεεινού, ως αχρείου<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />[[λόγος]] που προκαλεί [[συμπάθεια]] ή οίκτο. | |mltxt=η (ΑΜ [[ἐλεεινολογία]], Α και ἐλεινολογία)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> ο [[χαρακτηρισμός]] κάποιου ως ελεινού, ως αξιολύπητου<br /><b>2.</b> ο [[χαρακτηρισμός]] κάποιου ως ελεεινού, ως αχρείου<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />[[λόγος]] που προκαλεί [[συμπάθεια]] ή οίκτο. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 11:48, 18 September 2023
English (LSJ)
Att. ἐλεινολογία, ἡ, piteous appeal, ἐ. καὶ δείνωσις Pl.Phdr.272a, cf. Hermog.Id.1.1; πρὸς -λογίαν λέγειν Agatharch. 21.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
• Alolema(s): ἐλεινο- Pl.Phdr.272a
ret. expresión lastimera, lamentación que mueve a compasión βραχυλογία ... καὶ ἐ. καὶ δείνωσις Pl.l.c., πρὸς ἐλεεινολογίαν λέγειν Agatharch.21, cf. Hermog.Id.1.1 (p.223)
•gener. ἐλεεινολογίᾳ τὸν θυμὸν διεκρούσω Bas.Sel.Or.M.85.348C, cf. 237C, Sch.A.Th.51a, Eust.1353.37.
German (Pape)
[Seite 794] ἡ, die Mitleid erweckende Rede, neben δείνωσις Plat. Phaed. 272 a; Sp.
Russian (Dvoretsky)
ἐλεεινολογία: ἡ возбуждающая сострадание, жалобная речь Plat.
Greek (Liddell-Scott)
ἐλεεινολογία: ἡ, τὸ ἐλεεινολογεῖσθαι, κινεῖν εἰς οἶκτον, ἐλεεινολογία τε καὶ δείνωσις Πλάτ. Φαῖδρ. 272Α.
Greek Monolingual
η (ΑΜ ἐλεεινολογία, Α και ἐλεινολογία)
νεοελλ.
1. ο χαρακτηρισμός κάποιου ως ελεινού, ως αξιολύπητου
2. ο χαρακτηρισμός κάποιου ως ελεεινού, ως αχρείου
αρχ.-μσν.
λόγος που προκαλεί συμπάθεια ή οίκτο.