φυτάλιος: Difference between revisions

From LSJ

Κύριε, σῶσον τὸν δοῦλον σου κτλ. → Lord, save your slave ... (mosaic inscription from 4th cent. church in the Negev)

Source
m (Text replacement - "<b class="b3">[ῡ</b>" to "[ῡ")
m (LSJ1 replacement)
 
(3 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=fytalios
|Transliteration C=fytalios
|Beta Code=futa/lios
|Beta Code=futa/lios
|Definition=[ᾰ], ον, = sq., <span class="sense"><span class="bld">A</span> θεοί <span class="bibl">Poll.1.24</span>; of Poseidon, <span class="bibl">Corn.<span class="title">ND</span>22</span>; Ζεύς <span class="bibl">Orph.<span class="title">H.</span>15.9</span> [ῡ metri gr.]</span>
|Definition=[ᾰ], ον, = [[φυρόχρωμος]], θεοί Poll.1.24; of Poseidon, Corn.''ND''22; Ζεύς Orph.''H.''15.9 [ῡ metri gr.]
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''φῠτάλιος''': -ον, τῷ ἐπομ., Πολυδ. Α΄, 24· [[Ζεὺς]] Ἔρμανν. εἰς Ὀρφ. Ὕμν. 14. 9. [ῡ ἔνθ’ ἀνωτ., [[χάριν]] τοῦ μέτρου].
|lstext='''φῠτάλιος''': -ον, τῷ ἐπομ., Πολυδ. Α΄, 24· [[Ζεύς|Ζεὺς]] Ἔρμανν. εἰς Ὀρφ. Ὕμν. 14. 9. [ῡ ἔνθ’ ἀνωτ., [[χάριν]] τοῦ μέτρου].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />[[φυτάλμιος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Κατά μία [[άποψη]], το επίθ. έχει σχηματιστεί από το θ. <i>φῠ</i>- του <i>φύω</i> με [[επίθημα]] -<i>ταλ</i>-<i>ιος</i> (<b>βλ. λ.</b> [[φυταλιά]]), ενώ, κατ' άλλους, έχει προέλθει από το ουσ. [[φυτόν]] με [[επίθημα]] -[[άλιος]] (<b>πρβλ.</b> <i>νηφ</i>-[[άλιος]])].
|mltxt=-ον, Α<br />[[φυτάλμιος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Κατά μία [[άποψη]], το επίθ. έχει σχηματιστεί από το θ. <i>φῠ</i>- του <i>φύω</i> με [[επίθημα]] -<i>ταλ</i>-<i>ιος</i> (<b>βλ. λ.</b> [[φυταλιά]]), ενώ, κατ' άλλους, έχει προέλθει από το ουσ. [[φυτόν]] με [[επίθημα]] -[[άλιος]] ([[πρβλ]]. [[νηφάλιος]])].
}}
}}

Latest revision as of 11:24, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φῠτάλιος Medium diacritics: φυτάλιος Low diacritics: φυτάλιος Capitals: ΦΥΤΑΛΙΟΣ
Transliteration A: phytálios Transliteration B: phytalios Transliteration C: fytalios Beta Code: futa/lios

English (LSJ)

[ᾰ], ον, = φυρόχρωμος, θεοί Poll.1.24; of Poseidon, Corn.ND22; Ζεύς Orph.H.15.9 [ῡ metri gr.]

German (Pape)

[Seite 1319] ον, auch 3 Endgn, = φυτάλμιος; φυτάλιος Ζεύς, Herm. Orph. Hymn. 15, 9; Poll. 1, 24. – [Υ an sich kurz, des Verses wegen lang gebraucht.]

Greek (Liddell-Scott)

φῠτάλιος: -ον, τῷ ἐπομ., Πολυδ. Α΄, 24· Ζεὺς Ἔρμανν. εἰς Ὀρφ. Ὕμν. 14. 9. [ῡ ἔνθ’ ἀνωτ., χάριν τοῦ μέτρου].

Greek Monolingual

-ον, Α
φυτάλμιος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Κατά μία άποψη, το επίθ. έχει σχηματιστεί από το θ. φῠ- του φύω με επίθημα -ταλ-ιος (βλ. λ. φυταλιά), ενώ, κατ' άλλους, έχει προέλθει από το ουσ. φυτόν με επίθημα -άλιος (πρβλ. νηφάλιος)].