μελαντειχής: Difference between revisions

From LSJ

Θησεύς τινʹ ἡμάρτηκεν ἐς σʹ ἁμαρτίαν; (Euripides, Hippolytus 319) → Hath Theseus wronged thee in any wise?

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''') ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1.<br")
 
(3 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0120.png Seite 120]] [[δόμος]], Περσεφόνης, mit schwarzen Mauern, Pind. Ol. 14, 20.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0120.png Seite 120]] [[δόμος]], Περσεφόνης, mit schwarzen Mauern, Pind. Ol. 14, 20.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />[[aux murs noirs]].<br />'''Étymologie:''' [[μέλας]], [[τεῖχος]].
}}
{{elru
|elrutext='''μελαντειχής:''' [[черностенный]] ([[δόμος]] Περσεφόνης Pind.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''μελαντειχής''': -ές, ὁ ἔχων μέλανα τείχη, [[δόμος]] Περσεφόνης Πινδ. Ο. 14. 28, [[ἔνθα]] ὁ Bückh [[μελανοτειχής]].
|lstext='''μελαντειχής''': -ές, ὁ ἔχων μέλανα τείχη, [[δόμος]] Περσεφόνης Πινδ. Ο. 14. 28, [[ἔνθα]] ὁ Bückh [[μελανοτειχής]].
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />aux murs noirs.<br />'''Étymologie:''' [[μέλας]], [[τεῖχος]].
}}
}}
{{Slater
{{Slater
|sltr=[[μελαντειχής]] <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[with]] [[black]] walls μελαντειχέα [[νῦν]] δόμον Φερσεφόνας ἔλθ, Ἀχοῖ (μειλαντειχέα Maas) (O. 14.20)
|sltr=[[μελαντειχής]] [[with]] [[black]] walls μελαντειχέα [[νῦν]] δόμον Φερσεφόνας ἔλθ, Ἀχοῖ (μειλαντειχέα Maas) (O. 14.20)
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 27: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μελαντειχής:''' -ές ([[τεῖχος]]), αυτός που περιβάλλεται από μαύρα (σκούρα) τείχη, σε Πίνδ.
|lsmtext='''μελαντειχής:''' -ές ([[τεῖχος]]), αυτός που περιβάλλεται από μαύρα (σκούρα) τείχη, σε Πίνδ.
}}
{{elru
|elrutext='''μελαντειχής:''' [[черностенный]] ([[δόμος]] Περσεφόνης Pind.).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=μελαν-τειχής, ές [[τεῖχος]]<br />[[black]]-[[walled]], Pind.
|mdlsjtxt=μελαν-τειχής, ές [[τεῖχος]]<br />[[black]]-[[walled]], Pind.
}}
}}

Latest revision as of 13:56, 8 January 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μελαντειχής Medium diacritics: μελαντειχής Low diacritics: μελαντειχής Capitals: ΜΕΛΑΝΤΕΙΧΗΣ
Transliteration A: melanteichḗs Transliteration B: melanteichēs Transliteration C: melanteichis Beta Code: melanteixh/s

English (LSJ)

ές, black-walled, δόμος Φερσεφόνας Pi. O. 14.20.

German (Pape)

[Seite 120] δόμος, Περσεφόνης, mit schwarzen Mauern, Pind. Ol. 14, 20.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
aux murs noirs.
Étymologie: μέλας, τεῖχος.

Russian (Dvoretsky)

μελαντειχής: черностенный (δόμος Περσεφόνης Pind.).

Greek (Liddell-Scott)

μελαντειχής: -ές, ὁ ἔχων μέλανα τείχη, δόμος Περσεφόνης Πινδ. Ο. 14. 28, ἔνθα ὁ Bückh μελανοτειχής.

English (Slater)

μελαντειχής with black walls μελαντειχέα νῦν δόμον Φερσεφόνας ἔλθ, Ἀχοῖ (μειλαντειχέα Maas) (O. 14.20)

Greek Monolingual

μελαντειχής, -ές (Α)
αυτός που έχει μαύρα τείχη («μελαντειχέα νῦν δόμον Φερσεφόνας ἔλυθα», Πίνδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλας, -ανος + -τειχής (< τεῖχος), πρβλ. αμφιτειχής, χαλκοτειχής].

Greek Monotonic

μελαντειχής: -ές (τεῖχος), αυτός που περιβάλλεται από μαύρα (σκούρα) τείχη, σε Πίνδ.

Middle Liddell

μελαν-τειχής, ές τεῖχος
black-walled, Pind.