ἀναληπτρίς: Difference between revisions
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (Text replacement - "-ίδος" to "-ίδος") |
||
(2 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=analiptris | |Transliteration C=analiptris | ||
|Beta Code=a)nalhptri/s | |Beta Code=a)nalhptri/s | ||
|Definition=ίδος, ἡ, [[suspensory bandage]], Gal.18(1).323; [[analemptris]], = [[στρόφιον]], prob.l. in Ov.< | |Definition=-ίδος, ἡ, [[suspensory bandage]], Gal.18(1).323; [[analemptris]], = [[στρόφιον]], prob.l. in Ov.''AA''3.273. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ίδος, ἡ<br /><b class="num">• Alolema(s):</b> ἀναλημπτρίς Sor.<i>Fasc</i>.41, 42<br />medic. [[vendaje que sujeta]] Gal.18(1).823, Sor.ll.cc., <i>Hippiatr</i>.50.2. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀναληπτρίς''': -ίδος, ἡ, [[ταινία]] ἢ [[ἀνάδεσμος]] πρὸς ἀνάρτησιν πράγματός τινος ἢ πάσχοντος μέλους τοῦ σώματος, «φασκιά», Γαλην., «τὴν Σωστράτου στηθοδεσμίδα τὴν ὀρθίαν μετὰ τῶν ἀναληπτρίδων» Γαλην. τόμ 12, σ. 496 (18. 2, σ. 223L.). | |lstext='''ἀναληπτρίς''': -ίδος, ἡ, [[ταινία]] ἢ [[ἀνάδεσμος]] πρὸς ἀνάρτησιν πράγματός τινος ἢ πάσχοντος μέλους τοῦ σώματος, «φασκιά», Γαλην., «τὴν Σωστράτου στηθοδεσμίδα τὴν ὀρθίαν μετὰ τῶν ἀναληπτρίδων» Γαλην. τόμ 12, σ. 496 (18. 2, σ. 223L.). | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀναληπτρίς]] (- | |mltxt=[[ἀναληπτρίς]] (-ίδος), η (Α) [[ἀναλαμβάνω]]<br />(στην Ιατρ.) [[επίδεσμος]] ή [[ιμάντας]] για την [[ανάρτηση]] μέλους του σώματος, [[φασκιά]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 14:20, 1 March 2024
English (LSJ)
-ίδος, ἡ, suspensory bandage, Gal.18(1).323; analemptris, = στρόφιον, prob.l. in Ov.AA3.273.
Spanish (DGE)
-ίδος, ἡ
• Alolema(s): ἀναλημπτρίς Sor.Fasc.41, 42
medic. vendaje que sujeta Gal.18(1).823, Sor.ll.cc., Hippiatr.50.2.
Greek (Liddell-Scott)
ἀναληπτρίς: -ίδος, ἡ, ταινία ἢ ἀνάδεσμος πρὸς ἀνάρτησιν πράγματός τινος ἢ πάσχοντος μέλους τοῦ σώματος, «φασκιά», Γαλην., «τὴν Σωστράτου στηθοδεσμίδα τὴν ὀρθίαν μετὰ τῶν ἀναληπτρίδων» Γαλην. τόμ 12, σ. 496 (18. 2, σ. 223L.).
Greek Monolingual
ἀναληπτρίς (-ίδος), η (Α) ἀναλαμβάνω
(στην Ιατρ.) επίδεσμος ή ιμάντας για την ανάρτηση μέλους του σώματος, φασκιά.