βάρδιστος: Difference between revisions

From LSJ

ὦ παῖδες Ἑλλήνων ἴτε ἐλευθεροῦτε πατρίδ', ἐλευθεροῦτε δὲ παῖδας, γυναῖκας, θεῶν τέ πατρῴων ἕδη, θήκας τε προγόνων: νῦν ὑπὲρ πάντων ἀγών. → O children of the Greeks, go, free your homeland, free also your children, your wives, the temples of your fathers' gods, and the tombs of your ancestors: now the struggle is for all things.

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (LSJ1 replacement)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=vardistos
|Transliteration C=vardistos
|Beta Code=ba/rdistos
|Beta Code=ba/rdistos
|Definition=η, ον, poet. for [[βράδιστος]], Sup. of [[βραδύς]], <span class="bibl">Il.23.310</span>, <span class="bibl">Theoc.15.104</span>, Doroth.(?)ap.<span class="bibl">Heph.Astr.3.30</span>: Comp. βαρδύτερος <span class="bibl">Theoc.29.30</span>.
|Definition=η, ον, ''poet.'' for [[βράδιστος]], Sup. of [[βραδύς]], Il.23.310, Theoc.15.104, Doroth.(?)ap.Heph.Astr.3.30: Comp. βαρδύτερος Theoc.29.30.
}}
}}
{{DGE
{{DGE
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>poét. p.</i> βραδύτατος, v. [[βραδύς]].
|btext=<i>poét. p.</i> βραδύτατος, v. [[βραδύς]].
}}
{{elnl
|elnltext=[[βάρδιστος]] superl. van [[βραδύς]].
}}
{{elru
|elrutext='''βάρδιστος:''' эп. (= [[βράδιστος]]) superl. к βραούς.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 27: Line 33:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''βάρδιστος:''' -η, -ον, από Επικ. μετάθ. αντί <i>βράδιστος</i>· υπερθ. του [[βραδύς]], σε Ομήρ. Ιλ.· [[βαρδύτερος]], αντί <i>βραδύτερος</i>, <i>σε</i> Θεόκρ.
|lsmtext='''βάρδιστος:''' -η, -ον, από Επικ. μετάθ. αντί <i>βράδιστος</i>· υπερθ. του [[βραδύς]], σε Ομήρ. Ιλ.· [[βαρδύτερος]], αντί <i>βραδύτερος</i>, <i>σε</i> Θεόκρ.
}}
{{elru
|elrutext='''βάρδιστος:''' эп. (= [[βράδιστος]]) superl. к βραούς.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[by epic metath. for βράδιστος, Sup.of [[βραδύς]], Il.]
|mdlsjtxt=[by epic metath. for βράδιστος, Sup.of [[βραδύς]], Il.]
}}
{{elnl
|elnltext=[[βάρδιστος]] superl. van [[βραδύς]].
}}
}}

Latest revision as of 11:10, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: βάρδιστος Medium diacritics: βάρδιστος Low diacritics: βάρδιστος Capitals: ΒΑΡΔΙΣΤΟΣ
Transliteration A: bárdistos Transliteration B: bardistos Transliteration C: vardistos Beta Code: ba/rdistos

English (LSJ)

η, ον, poet. for βράδιστος, Sup. of βραδύς, Il.23.310, Theoc.15.104, Doroth.(?)ap.Heph.Astr.3.30: Comp. βαρδύτερος Theoc.29.30.

Spanish (DGE)

βαρδύτερος v. βραδύς.

German (Pape)

[Seite 433] poet. für βράδιστος, superl. von βραδύς, Il. 23, 310. 530; Theocr. 15, 140; nach Greg. Cor. dorisch.

French (Bailly abrégé)

poét. p. βραδύτατος, v. βραδύς.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

βάρδιστος superl. van βραδύς.

Russian (Dvoretsky)

βάρδιστος: эп. (= βράδιστος) superl. к βραούς.

Greek (Liddell-Scott)

βάρδιστος: -η, -ον, ποιητ. ἀντὶ βράδιστος, ὑπερθ. τοῦ βραδὺς Ἰλ. Ψ. 310· ἕτερος τύπος βαρδύτερος ἀπαντᾷ παρὰ Θεοκρ. 29. 30.

English (Autenrieth)

see βραδύς.

Greek Monotonic

βάρδιστος: -η, -ον, από Επικ. μετάθ. αντί βράδιστος· υπερθ. του βραδύς, σε Ομήρ. Ιλ.· βαρδύτερος, αντί βραδύτερος, σε Θεόκρ.

Middle Liddell

[by epic metath. for βράδιστος, Sup.of βραδύς, Il.]