σιαλικός: Difference between revisions
ὅταν δὲ τἄμ' ἀθυμήσαντ' ἴδῃς, σύ μου τὸ δεινὸν καὶ διαφθαρὲν φρενῶν ἴσχναινε παραμυθοῦ θ' → whenever you see me despondent over my situation, do what you can to lessen and relieve what is wild and senseless in my thinking | whenever you see me despondent, you must cure the grim derangement of my mind and encourage me
(a) |
m (Text replacement - "————————" to "<br />") |
||
(2 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0877.png Seite 877]] vom Speichel, Geifer, Sp. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0877.png Seite 877]] vom Speichel, Geifer, Sp. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''σιᾰλικός''': -ή, -όν, ([[σίαλον]]) ὁ ἀνήκων εἰς [[σίαλον]], Γλωσσ. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=<b>(I)</b><br />-ή, -ό / [[σιαλικός]], -ή, -όν, ΝΜΑ [[σίαλον]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον [[σίαλο]], στο [[σάλιο]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> α) «άνω [[σιαλικός]] [[πυρήνας]]»<br /><b>ανατ.</b> [[πυρήνας]] του εγκεφαλικού στελέχους από τον οποίο εκπορεύονται οι προγαγγλιακές παρασυμπαθητικές ίνες που περιέχονται στο προσωπικό [[νεύρο]] και προορίζονται για τον υπογνάθιο και υπογλώσσιο σιαλογόνο αδένα<br />β) «[[κάτω]] [[σιαλικός]] [[πυρήνας]]»<br /><b>ανατ.</b> [[πυρήνας]] του εγκεφαλικού στελέχους από τον οποίο εκπορεύονται οι ίνες που περιέχονται στο γλωσσοφαρυγγικό [[νεύρο]] και προορίζονται για την [[παρωτίδα]]<br />γ) «σιαλικό [[συρίγγιο]]»<br /><b>ιατρ.</b> [[συρίγγιο]] ενός σιαλογόνου αδένα ή του εκφορητικού πόρου του<br />δ) «σιαλικά [[οξέα]]»<br /><b>(βιοχ.)</b> [[ομάδα]] αμινοσακχάρων που περιέχουν 9 ή περισσότερα άτομα άνθρακα και τα οποία [[είναι]] Ν-ακυλοπαράγωγα του νευραμινικού οξέος και αποτελούν συστατικά του μορίου τών γαγγλιοζιτών και γενικότερα τών λιπιδίων, τών πολυσακχαριτών και τών βλεννοπρωτεϊνών.<br /> <b>(II)</b><br />-ή, -ό, Ν [[σιάλ]]<br /><b>1.</b> <b>γεωλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο [[σιάλ]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «σιαλικά μάγματα»<br /><b>γεωλ.</b> μάγματα γρανιτικής σύστασης, τα οποία σχηματίζονται στο [[στρώμα]] [[σιάλ]] του στερεού φλοιού της Γης. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:55, 9 January 2019
German (Pape)
[Seite 877] vom Speichel, Geifer, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
σιᾰλικός: -ή, -όν, (σίαλον) ὁ ἀνήκων εἰς σίαλον, Γλωσσ.
Greek Monolingual
(I)
-ή, -ό / σιαλικός, -ή, -όν, ΝΜΑ σίαλον
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον σίαλο, στο σάλιο
νεοελλ.
φρ. α) «άνω σιαλικός πυρήνας»
ανατ. πυρήνας του εγκεφαλικού στελέχους από τον οποίο εκπορεύονται οι προγαγγλιακές παρασυμπαθητικές ίνες που περιέχονται στο προσωπικό νεύρο και προορίζονται για τον υπογνάθιο και υπογλώσσιο σιαλογόνο αδένα
β) «κάτω σιαλικός πυρήνας»
ανατ. πυρήνας του εγκεφαλικού στελέχους από τον οποίο εκπορεύονται οι ίνες που περιέχονται στο γλωσσοφαρυγγικό νεύρο και προορίζονται για την παρωτίδα
γ) «σιαλικό συρίγγιο»
ιατρ. συρίγγιο ενός σιαλογόνου αδένα ή του εκφορητικού πόρου του
δ) «σιαλικά οξέα»
(βιοχ.) ομάδα αμινοσακχάρων που περιέχουν 9 ή περισσότερα άτομα άνθρακα και τα οποία είναι Ν-ακυλοπαράγωγα του νευραμινικού οξέος και αποτελούν συστατικά του μορίου τών γαγγλιοζιτών και γενικότερα τών λιπιδίων, τών πολυσακχαριτών και τών βλεννοπρωτεϊνών.
(II)
-ή, -ό, Ν σιάλ
1. γεωλ.
1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο σιάλ
2. φρ. «σιαλικά μάγματα»
γεωλ. μάγματα γρανιτικής σύστασης, τα οποία σχηματίζονται στο στρώμα σιάλ του στερεού φλοιού της Γης.