διασωσμός: Difference between revisions

From LSJ

ὡς οὐδὲν γλύκιον ἧς πατρίδος οὐδὲ τοκήων γίνεται, εἴ περ καί τις ἀπόπροθι πίονα οἶκον γαίῃ ἐν ἀλλοδαπῇ ναίει ἀπάνευθε τοκήων → More than all pleasures that were ever made parents and fatherland our life still bless. Though we rich home in a strange land possess, still the old memories about us cling.

Source
(6_14)
 
(9)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''διασωσμός''': ὁ, ἡ, [[διάσωσις]], Ἀκύλ. Ψαλμ. νδ΄, 9.
|lstext='''διασωσμός''': ὁ, ἡ, [[διάσωσις]], Ἀκύλ. Ψαλμ. νδ΄, 9.
}}
{{DGE
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br />[[liberación]] σπεύσω διασωσμὸν ἐμοὶ ἀπὸ πνεύματος λαιλαπώδους Aq., Thd.<i>Ps</i>.54.9.
}}
{{grml
|mltxt=ο (Α [[διασωσμός]])<br />η [[συντέλεση]] της διάσωσης, [[σωτηρία]].
}}
}}

Latest revision as of 07:04, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

διασωσμός: ὁ, ἡ, διάσωσις, Ἀκύλ. Ψαλμ. νδ΄, 9.

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ
liberación σπεύσω διασωσμὸν ἐμοὶ ἀπὸ πνεύματος λαιλαπώδους Aq., Thd.Ps.54.9.

Greek Monolingual

ο (Α διασωσμός)
η συντέλεση της διάσωσης, σωτηρία.