κτεανισμός: Difference between revisions
From LSJ
μὴ πιστεύσητε τοῖς ἀμαθεστέροις ὑμῶν αὐτῶν → do not believe those who are more ignorant than you yourselves
(7) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(6 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=kteanismos | |Transliteration C=kteanismos | ||
|Beta Code=kteanismo/s | |Beta Code=kteanismo/s | ||
|Definition=ὁ, | |Definition=ὁ, [[getting wealth]], Man.4.41 (pl.). (Fort. κτεατ-.) | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1517.png Seite 1517]] ὁ, Besitz, Man. 4, 41; man vermuthet [[κτεατισμός]]. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[κτεανισμός]] ή [[κτεατισμός]], ὁ (Α)<br />[[απόκτηση]] πλούτου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται πιθ. για [[άλλη]] γρφ. του τ. [[κτεατισμός]], η οποία οφείλεται σε [[επίδραση]] της λ. [[κτέανον]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 12:12, 25 August 2023
English (LSJ)
ὁ, getting wealth, Man.4.41 (pl.). (Fort. κτεατ-.)
German (Pape)
[Seite 1517] ὁ, Besitz, Man. 4, 41; man vermuthet κτεατισμός.
Greek Monolingual
κτεανισμός ή κτεατισμός, ὁ (Α)
απόκτηση πλούτου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται πιθ. για άλλη γρφ. του τ. κτεατισμός, η οποία οφείλεται σε επίδραση της λ. κτέανον.