μεταμάζιος: Difference between revisions
Kατεσκευάσθη τὸ ἱερὸν τοῦτο ποτήριον ... ἐν ἔτει ,αω'α' → Τhis holy cup was made ... in the year 1801
(8) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(17 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=metamazios | |Transliteration C=metamazios | ||
|Beta Code=metama/zios | |Beta Code=metama/zios | ||
|Definition= | |Definition=μεταμάζιον, ([[μαζός]]) [[between the breasts]], ἔβαλε στῆθος μεταμάζιον Il.5.19; τὸ μ. [[space between the breasts]], Anacreont.16.30. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0149.png Seite 149]] zwischen den Brüsten; ἔβαλε [[στῆθος]] μεταμάζιον, er traf den Mann an der Brust zwischen den Warzen, Il. 5, 19; sp. D., wie Anacr. 16, 30, der substantivisch τὸ μεταμάζιον sagt. | |||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />[[qui se trouve entre les seins]].<br />'''Étymologie:''' [[μετά]], [[μαζός]]. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''μεταμάζιος:''' [[находящийся между сосками]] ([[στῆθος]] Hom.). | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''μεταμάζιος''': -ον, (μαζὸς) ὁ μεταξὺ τῶν μαστῶν, ἔβαλε [[στῆθος]] μεταμάζιον Ἰλ. Ε. 19· ― τὸ μετ., τὸ μεταξὺ τῶν μαστῶν [[μέρος]], Ἀνακρεόντ. 16. 30. | |||
}} | |||
{{Autenrieth | |||
|auten=[[between]] the paps, μαζοί, Il. 5.19†. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[μεταμάζιος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που βρίσκεται [[μεταξύ]] τών μαστών<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ μεταμάζιον</i><br />το [[μεταξύ]] τών μαστών [[μέρος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μετ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>μάζιος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μαζός]] «[[μαστός]]»), [[πρβλ]]. [[επιμάζιος]], [[υπομάζιος]]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:11, 25 August 2023
English (LSJ)
μεταμάζιον, (μαζός) between the breasts, ἔβαλε στῆθος μεταμάζιον Il.5.19; τὸ μ. space between the breasts, Anacreont.16.30.
German (Pape)
[Seite 149] zwischen den Brüsten; ἔβαλε στῆθος μεταμάζιον, er traf den Mann an der Brust zwischen den Warzen, Il. 5, 19; sp. D., wie Anacr. 16, 30, der substantivisch τὸ μεταμάζιον sagt.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
qui se trouve entre les seins.
Étymologie: μετά, μαζός.
Russian (Dvoretsky)
μεταμάζιος: находящийся между сосками (στῆθος Hom.).
Greek (Liddell-Scott)
μεταμάζιος: -ον, (μαζὸς) ὁ μεταξὺ τῶν μαστῶν, ἔβαλε στῆθος μεταμάζιον Ἰλ. Ε. 19· ― τὸ μετ., τὸ μεταξὺ τῶν μαστῶν μέρος, Ἀνακρεόντ. 16. 30.
English (Autenrieth)
between the paps, μαζοί, Il. 5.19†.
Greek Monolingual
μεταμάζιος, -ον (Α)
1. αυτός που βρίσκεται μεταξύ τών μαστών
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ μεταμάζιον
το μεταξύ τών μαστών μέρος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α)- + -μάζιος (< μαζός «μαστός»), πρβλ. επιμάζιος, υπομάζιος].