κίσσινος: Difference between revisions

From LSJ

ἀπὸ τῶν καρπῶν αὐτῶν ἐπιγνώσεσθε αὐτούς → ye shall know them by their fruits, by their fruits ye shall know them, by their fruits you shall know them, you will know them by their fruit

Source
(20)
(5)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κίσσινος]], -ίνη, -ον (Α) [[κισσός]]<br /><b>1.</b> αυτός που [[είναι]] φτιαγμένος από κισσό ή [[ξύλο]] κισσού («στεφανοῡν τε κρᾱτα κισσίνοις βλαστήμασιν», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ κίσσινον</i><br />[[ονομασία]] εμπλάστρου.
|mltxt=[[κίσσινος]], -ίνη, -ον (Α) [[κισσός]]<br /><b>1.</b> αυτός που [[είναι]] φτιαγμένος από κισσό ή [[ξύλο]] κισσού («στεφανοῡν τε κρᾱτα κισσίνοις βλαστήμασιν», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ κίσσινον</i><br />[[ονομασία]] εμπλάστρου.
}}
{{lsm
|lsmtext='''κίσσῐνος:''' -η, -ον ([[κισσός]]), φτιαγμένος από κισσό, σε Ευρ.
}}
}}

Revision as of 23:52, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κίσσῐνος Medium diacritics: κίσσινος Low diacritics: κίσσινος Capitals: ΚΙΣΣΙΝΟΣ
Transliteration A: kíssinos Transliteration B: kissinos Transliteration C: kissinos Beta Code: ki/ssinos

English (LSJ)

η, ον,

   A of ivy, E.Ba.177,702; κ. ποτήρ Id.Alc.756; χρυσὸς κ. ivy-wreath of gold, Callix.2: κίσσινον, τό, name of a plaster, Orib.Fr.88.

German (Pape)

[Seite 1442] von Epheu gemacht; σκύφος Eur. bei Ath. XI, 477 a; στέφανος Eur. Bacch. 701; Ath. V, 200 e u. öfter; auch ποτήρ, Eur. Alc. 759.

Greek (Liddell-Scott)

κίσσῐνος: -η, -ον, ἐκ κισσοῦ, Εὐρ Βάκχ. 177, 702· κ. ποτὴρ Εὐρ. Ἄλκ. 756, πρβλ. κισσύβιον.

French (Bailly abrégé)

η, ον :
de lierre.
Étymologie: κισσός.

English (Slater)

κίσςῐνος
   1 of ivy ]πλοκον ς[τεφά]νων κισσίνων[ Δ. 3. 7.

Greek Monolingual

κίσσινος, -ίνη, -ον (Α) κισσός
1. αυτός που είναι φτιαγμένος από κισσό ή ξύλο κισσού («στεφανοῡν τε κρᾱτα κισσίνοις βλαστήμασιν», Ευρ.)
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ κίσσινον
ονομασία εμπλάστρου.

Greek Monotonic

κίσσῐνος: -η, -ον (κισσός), φτιαγμένος από κισσό, σε Ευρ.