ἡμερόφαντος: Difference between revisions
From LSJ
Cicero, Tusculanarum Disputationum, I.45.109
(16) |
(4) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἡμερόφαντος]], -ον (Α)<br />αυτός που εμφανίζεται [[κατά]] τη [[διάρκεια]] της ημέρας («[[ὄναρ]] ἡμερόφαντον», <b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ημερ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>φαντος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[φαίνω]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ά</i>-<i>φαντος</i>, <i>τηλέ</i>-<i>φαντος</i>]. | |mltxt=[[ἡμερόφαντος]], -ον (Α)<br />αυτός που εμφανίζεται [[κατά]] τη [[διάρκεια]] της ημέρας («[[ὄναρ]] ἡμερόφαντον», <b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ημερ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>φαντος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[φαίνω]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ά</i>-<i>φαντος</i>, <i>τηλέ</i>-<i>φαντος</i>]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἡμερόφαντος:''' -ον ([[φαίνομαι]]), αυτός που εμφανίζεται κατά τη [[διάρκεια]] της ημέρας, σε Αισχύλ. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:16, 30 December 2018
English (LSJ)
ον,
A appearing by day, ὄναρ A.Ag.82 (lyr.).
German (Pape)
[Seite 1166] ὄνειρος, bei Tage erschienen, Aesch. Ag. 82.
Greek (Liddell-Scott)
ἡμερόφαντος: -ον, ἐμφανιζόμενος ἐν καιρῷ ἡμέρας, ὄναρ Αἰσχύλ. Ἀγ. 82.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
qui paraît ou se montre le jour.
Étymologie: ἡμέρα, φαίνω.
Greek Monolingual
ἡμερόφαντος, -ον (Α)
αυτός που εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της ημέρας («ὄναρ ἡμερόφαντον», Αισχύλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημερ(ο)- + -φαντος (< φαίνω), πρβλ. ά-φαντος, τηλέ-φαντος].
Greek Monotonic
ἡμερόφαντος: -ον (φαίνομαι), αυτός που εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της ημέρας, σε Αισχύλ.