ἡμίνα: Difference between revisions

From LSJ

Δίκαιος ἐὰν ᾖς, πανταχοῦ τῷ τρόπῳ χρήσῃ νόμῳ († λαληθήσῃ) → Si iustus es pro lege tibi mores erunt → Bist du gerecht, ist dein Charakter dir Gesetz (wirst du in aller Munde sein)

Menander, Monostichoi, 135
(16)
(2b)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἡμίνα]], ἡ (Α)<br /><b>1.</b> μισή<br /><b>2.</b> ([[μέτρο]] στη [[Σικελία]]) [[μισός]] [[εκτεύς]], [[κοτύλη]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «[[ἡμίνα]] [[βασιλική]]» — [[ημικοτύλιον]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ήμισυς]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ινα</i>, με το -<i>ι</i>- [[προφανώς]] μακρό (<b>[[πρβλ]].</b> [[δωτίνη]] <span style="color: red;"><</span> <i>δως</i>)].
|mltxt=[[ἡμίνα]], ἡ (Α)<br /><b>1.</b> μισή<br /><b>2.</b> ([[μέτρο]] στη [[Σικελία]]) [[μισός]] [[εκτεύς]], [[κοτύλη]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «[[ἡμίνα]] [[βασιλική]]» — [[ημικοτύλιον]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ήμισυς]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ινα</i>, με το -<i>ι</i>- [[προφανώς]] μακρό (<b>[[πρβλ]].</b> [[δωτίνη]] <span style="color: red;"><</span> <i>δως</i>)].
}}
{{elru
|elrutext='''ἡμίνα:''' или ἡμῖνα ἡ [[Plautus]] = [[κοτύλη]].
}}
}}

Revision as of 15:04, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἡμίνα Medium diacritics: ἡμίνα Low diacritics: ημίνα Capitals: ΗΜΙΝΑ
Transliteration A: hēmína Transliteration B: hēmina Transliteration C: imina Beta Code: h(mi/na

English (LSJ)

ἡ,(ἥμισυς)

   A half, Leg.Gort.2.49, SIG525.13 (Gortyn, iii B.C.), prob. in Hsch. s.v. ἰνιμίνα.    II a Sicil. measure,= κοτύλη, Epich. [290], Sophr.105; ἡ. βασιλική,= ἡμικοτύλιον, Aristid.Or.49(25).32, cf. IG7.2712.66 (Acraeph.). (Hence Lat. hemīna; Italic and properisp. acc. to Theognost.Can.101, but prob. orig. Greek.)

German (Pape)

[Seite 1169] ἡ, die Hälfte des ἑκτεύς, = κοτύλη, VLL.; Epicharm. u. Sophron Ath. XI, 479 b XIV, 648 d.

Greek (Liddell-Scott)

ἡμίνα: ἡ, (ἥμισυς) Σικελικὸν μέτρον, ἥμισυς ἑκτεύς, καὶ ἑπομένως = κοτύλη, Ἐπίχ. 91b Ahr., Σώφρων 70 Ahr.˙ ἡμίνα βασιλικὴ = ἡμικοτύλη Ἀριστείδ. 1. 316˙ ὡσαύτως εὑρισκόμενον ἔν τινι Βοιωτ. Ἐπιγραφ. Συλλ. Ἐπιγρ. 1625. 47. Ἡ ποσότης ἀόριστος ἐν τοῖς μνημονευθεῖσι χωρίοις˙ ἀλλ’ ἐν Α. Β. 99 φέρεται ἡμῖνα καὶ παρὰ Πλαύτῳ εἶνε hemῑna, M. Gl. 3. 2, 18, Pers. 1. 129.

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
hémine, mesure att. de 6 cyathes pour les liquides.
Étymologie: ἥμισυς.

Greek Monolingual

ἡμίνα, ἡ (Α)
1. μισή
2. (μέτρο στη Σικελία) μισός εκτεύς, κοτύλη
3. φρ. «ἡμίνα βασιλική» — ημικοτύλιον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ήμισυς + κατάλ. -ινα, με το -ι- προφανώς μακρό (πρβλ. δωτίνη < δως)].

Russian (Dvoretsky)

ἡμίνα: или ἡμῖνα ἡ Plautus = κοτύλη.