πλατύρρους: Difference between revisions
From LSJ
ἔτυχες εἰς τὴν μάχην ὑπὸ τοῦ στρατηγοῦ πεμφθεὶς → you happened to be sent into the battle by the general
(33) |
(nl) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ουν και -οος, -οον, Α<br />(<b>ποιητ. τ.</b>) (για ποταμούς) αυτός που έχει πλατύ [[ρεύμα]] («ὅς καρπώσεται ὅσην [[πλατύρρους]] Νεῑλος ἀρδεύει χθόνα», <b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πλατύ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ῥόος]], [[ῥοῦς]] (<span style="color: red;"><</span> ῥέω)]. | |mltxt=-ουν και -οος, -οον, Α<br />(<b>ποιητ. τ.</b>) (για ποταμούς) αυτός που έχει πλατύ [[ρεύμα]] («ὅς καρπώσεται ὅσην [[πλατύρρους]] Νεῑλος ἀρδεύει χθόνα», <b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πλατύ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ῥόος]], [[ῥοῦς]] (<span style="color: red;"><</span> ῥέω)]. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=πλατύρρους -ουν, contr. [πλατύς, ῥοῦς] met brede stroom. | |||
}} | }} |
Revision as of 10:32, 31 December 2018
French (Bailly abrégé)
ους, ουν :
contr. att.
au large courant.
Étymologie: πλατύς, ῥέω.
Greek Monolingual
-ουν και -οος, -οον, Α
(ποιητ. τ.) (για ποταμούς) αυτός που έχει πλατύ ρεύμα («ὅς καρπώσεται ὅσην πλατύρρους Νεῑλος ἀρδεύει χθόνα», Αισχύλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πλατύ- + ῥόος, ῥοῦς (< ῥέω)].
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
πλατύρρους -ουν, contr. [πλατύς, ῥοῦς] met brede stroom.