πλατύρρους

From LSJ

δι' ἐρημίας πολεμίων πορευόμενος → he marched on without finding any enemy, his route lay through a country bare of enemies

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πλατύρρους Medium diacritics: πλατύρρους Low diacritics: πλατύρρους Capitals: ΠΛΑΤΥΡΡΟΥΣ
Transliteration A: platýrrous Transliteration B: platyrrous Transliteration C: platyrrous Beta Code: platu/rrous

English (LSJ)

-ουν, contr. for πλατύρροος.

French (Bailly abrégé)

ους, ουν :
contr. att.
au large courant.
Étymologie: πλατύς, ῥέω.

Greek Monolingual

-ουν και -οος, -οον, Α
(ποιητ. τ.) (για ποταμούς) αυτός που έχει πλατύ ρεύμα («ὅς καρπώσεται ὅσην πλατύρρους Νεῖλος ἀρδεύει χθόνα», Αισχύλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πλατύ- + ῥόος, ῥοῦς (< ῥέω)].

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πλατύρρους -ουν, contr. [πλατύς, ῥοῦς] met brede stroom.