Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

δειπνητήριον: Difference between revisions

From LSJ

Ξένους ξένιζε, καὶ σὺ γὰρ ξένος γ' ἔσῃ (μήποτε ξένος γένῃ) → Bene hospiti fac: tu quoque hospes fors eris → Bewirte Gäste, denn auch du bist einmal Gast

Menander, Monostichoi, 400
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''δειπνητήριον:''' τό ([[δειπνέω]]), [[αίθουσα]] του δείπνου, [[τραπεζαρία]], σε Πλούτ.
|lsmtext='''δειπνητήριον:''' τό ([[δειπνέω]]), [[αίθουσα]] του δείπνου, [[τραπεζαρία]], σε Πλούτ.
}}
{{elru
|elrutext='''δειπνητήριον:''' τό столовая Plut.
}}
}}

Revision as of 08:24, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δειπνητήριον Medium diacritics: δειπνητήριον Low diacritics: δειπνητήριον Capitals: ΔΕΙΠΝΗΤΗΡΙΟΝ
Transliteration A: deipnētḗrion Transliteration B: deipnētērion Transliteration C: deipnitirion Beta Code: deipnhth/rion

English (LSJ)

τό,

   A dining-room, Plu.Luc.41, Inscr. ap.PFay.p.33, J.BJ2.8.5.

German (Pape)

[Seite 540] τό, Speisesaal, Plut. Lucull. 41 u. a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

δειπνητήριον: τό, αἴθουσα τοῦ δείπνου, Πλούτ. Λουκούλ. 41, Συλλ. Ἐπιγρ. 5168, Ἰώσηπ. Ι. ΙΙ. 2, 8, 5.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
salle à manger.
Étymologie: δειπνέω.

Spanish (DGE)

-ου, τό
comedor, sala de banquetesde una mansión privada, Plu.Luc.41, de una asociación δ. πρεσβυτέρων γερδίων IFayoum 122.1 (II d.C.), cf. PLips.30.8 (III d.C.)
refectorio de un santuario, para uso de los peregrinos IFayoum 87.3 (I d.C.), Sch.Pi.O.10.57b, de la secta judía de los esenios, I.BI 2.130.

Greek Monolingual

δειπνητήριον, το (AM) δειπνητής
η αίθουσα του δείπνου.

Greek Monotonic

δειπνητήριον: τό (δειπνέω), αίθουσα του δείπνου, τραπεζαρία, σε Πλούτ.

Russian (Dvoretsky)

δειπνητήριον: τό столовая Plut.