ἑκατονταετηρίς: Difference between revisions
From LSJ
πάρειμι δ' ἄκων οὐχ ἑκοῦσιν, οἶδ' ὅτι → I'm here unwilling, before those who don't want me, I'm sure
(4) |
(2) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἑκᾰτονταετηρίς:''' -[[ίδος]], ἡ ([[ἔτος]]), [[περίοδος]] [[εκατό]] ετών, σε Πλάτ. | |lsmtext='''ἑκᾰτονταετηρίς:''' -[[ίδος]], ἡ ([[ἔτος]]), [[περίοδος]] [[εκατό]] ετών, σε Πλάτ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἑκατονταετηρίς:''' ίδος ἡ столетие Plat. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:20, 31 December 2018
English (LSJ)
ίδος, ἡ,
A period of 100 years, Pl.R.615a.
German (Pape)
[Seite 752] ίδος, ἡ, das Jahrhundert, Plat. Rep. X, 615 a.
Greek (Liddell-Scott)
ἑκᾰτονταετηρίς: -ίδος, ἡ, περίοδος ἑκατὸν ἐτῶν, τοῦτο δὲ εἶναι κατὰ ἑκατονταετηρίδα ἑκάστην Πλάτ. Πολ. 615Α.
French (Bailly abrégé)
ίδος (ἡ) :
période de cent ans.
Étymologie: ἑκατόν, ἔτος.
Spanish (DGE)
-ίδος, ἡ
período de cien años, siglo κατὰ ἑκατονταετηρίδα ἑκάστην Pl.R.615a, cf. Cat.Cod.Astr.5(2).136.21.
Greek Monotonic
ἑκᾰτονταετηρίς: -ίδος, ἡ (ἔτος), περίοδος εκατό ετών, σε Πλάτ.
Russian (Dvoretsky)
ἑκατονταετηρίς: ίδος ἡ столетие Plat.