ἐξανδραπόδισις: Difference between revisions
From LSJ
ἔστι δίκης ὀφθαλμός ὃς τά πανθ' ὁρᾶ → there is an eye of justice that sees everything, all-seeing justice
(4) |
(2) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἐξανδρᾰπόδισις:''' -εως, ἡ, [[πώληση]] σκλάβων, δουλεμπόριο, [[σκλαβοπάζαρο]], σε Ηρόδ. | |lsmtext='''ἐξανδρᾰπόδισις:''' -εως, ἡ, [[πώληση]] σκλάβων, δουλεμπόριο, [[σκλαβοπάζαρο]], σε Ηρόδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἐξανδρᾰπόδισις:''' ιος ἡ обращение в рабство, порабощение Her. | |||
}} | }} |
Revision as of 14:00, 31 December 2018
English (LSJ)
εως, ἡ,
A selling into slavery, Hdt.3.140.
German (Pape)
[Seite 868] ἡ, das zu Sklaven Machen, Her. 3, 140.
Greek (Liddell-Scott)
ἐξανδρᾰπόδισις: -εως, ἡ, τὸ ἀνδραποδίζειν τινά, καθιστᾶν αὐτὸν δοῦλον ἢ πωλεῖν αὐτὸν ὡς δοῦλον, Ἡρόδ. 3. 140.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
action d’emmener ou de réduire en servitude.
Étymologie: ἐξανδραποδίζω.
Spanish (DGE)
-ιος, ἡ
esclavitud, ἄνευ τε φόνου καὶ ἐξανδραποδίσιος Hdt.3.140.
Greek Monotonic
ἐξανδρᾰπόδισις: -εως, ἡ, πώληση σκλάβων, δουλεμπόριο, σκλαβοπάζαρο, σε Ηρόδ.
Russian (Dvoretsky)
ἐξανδρᾰπόδισις: ιος ἡ обращение в рабство, порабощение Her.