πολυπλοκία: Difference between revisions

From LSJ

Οὔκ ἔστιν οὕτω μῶρος ὃς θανεῖν ἐρᾷ → No one is so foolish that they wish to die

Sophocles, Antigone, 220
(6)
(1ba)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πολυπλοκία:''' ἡ, [[πανουργία]], πονηριά, σε Θέογν.
|lsmtext='''πολυπλοκία:''' ἡ, [[πανουργία]], πονηριά, σε Θέογν.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[πολυπλοκία]], ἡ,<br />[[cunning]], [[craft]], Theogn. [from [[πολύπλοκος]]
}}
}}

Revision as of 11:55, 9 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολυπλοκία Medium diacritics: πολυπλοκία Low diacritics: πολυπλοκία Capitals: ΠΟΛΥΠΛΟΚΙΑ
Transliteration A: polyplokía Transliteration B: polyplokia Transliteration C: polyplokia Beta Code: poluploki/a

English (LSJ)

ἡ,

   A cunning, craft, Thgn.67 (pl.).

German (Pape)

[Seite 669] ἡ, Verschlagenheit, Theogn. 67.

Greek (Liddell-Scott)

πολυπλοκία: ἡ, πανουργία, δολιότης, Θέογν. 67.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
enchevêtrement ; ruse, fourberie.
Étymologie: πολύπλοκος.

Greek Monolingual

ἡ, ΜΑ πολύπλοκος
δολιότητα, πανουργία.

Greek Monotonic

πολυπλοκία: ἡ, πανουργία, πονηριά, σε Θέογν.

Middle Liddell

πολυπλοκία, ἡ,
cunning, craft, Theogn. [from πολύπλοκος