σπουδαρχιάω: Difference between revisions

From LSJ

ἑὰν δὲ προσποιούμενος ᾗ τὰ μαθήματά πως ἀπείρως προβάλλων, οὐκ ἔστιν αἰτίας ἔξω → But should one profess knowledge as he puts forward something in an inexperienced way, he is not without blame (Pappus 3.1.30.31f.)

Source
(6)
(4)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''σπουδαρχιάω:''' [[ενεργώ]], [[πασχίζω]] για την [[κατάληψη]] δημοσίου αξιώματος, [[θεσιθηρώ]], σε Αριστ.
|lsmtext='''σπουδαρχιάω:''' [[ενεργώ]], [[πασχίζω]] για την [[κατάληψη]] δημοσίου αξιώματος, [[θεσιθηρώ]], σε Αριστ.
}}
{{elru
|elrutext='''σπουδαρχιάω:''' домогаться государственных должностей Arst.
}}
}}

Revision as of 09:00, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σπουδαρχιάω Medium diacritics: σπουδαρχιάω Low diacritics: σπουδαρχιάω Capitals: ΣΠΟΥΔΑΡΧΙΑΩ
Transliteration A: spoudarchiáō Transliteration B: spoudarchiaō Transliteration C: spoudarchiao Beta Code: spoudarxia/w

English (LSJ)

   A to be eager for offices of state, canvass for them, Arist.Pol.1305a31, D.C.36.39, 55.5, Them.Or.18.224a.

German (Pape)

[Seite 925] nach Aemtern od. Ehrenstellen lüstern sein, wie σπουδαρχέω; Arist. pol. 5, 5; D. C. 36, 22, vgl. Suid.; Lob. Phryn. 81.

Greek (Liddell-Scott)

σπουδαρχιάω: εἶμαι πρόθυμος εἰς ἀπόκτησιν ἀξιώματός τινος πολιτικοῦ ἢ δημοσίας θέσεως, δραστηρίως πρὸς τοῦτο ἐνεργῶ, θεσιθηρῶ, Ἀριστ. Πολιτ. 5. 5, 10, Δίων Κ. 36. 22., 55. 5, κ. ἀλλ.· - περὶ τοῦ τύπου ἴδε Λοβέκ εἰς Φρύνιχ. 81.

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
c. σπουδαρχέω.

Greek Monotonic

σπουδαρχιάω: ενεργώ, πασχίζω για την κατάληψη δημοσίου αξιώματος, θεσιθηρώ, σε Αριστ.

Russian (Dvoretsky)

σπουδαρχιάω: домогаться государственных должностей Arst.