συνδιαθερμαίνω: Difference between revisions

From LSJ
(nl)
m (Text replacement - "(\{\{grml\n.*?\n\}\}\n)\1" to "\1")
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''συνδιαθερμαίνω''': [[διαθερμαίνω]] [[ὁμοῦ]], Ἱππ. 458. 10.
|lstext='''συνδιαθερμαίνω''': [[διαθερμαίνω]] [[ὁμοῦ]], Ἱππ. 458. 10.
}}
{{grml
|mltxt=ΜΑ [[διαθερμαίνω]]<br />[[θερμαίνω]] [[κάτι]] σε όλη του τη [[μάζα]] [[μαζί]] ή ταυτόχρονα με [[κάτι]] [[άλλο]].
}}
}}
{{grml
{{grml

Revision as of 13:16, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνδιαθερμαίνω Medium diacritics: συνδιαθερμαίνω Low diacritics: συνδιαθερμαίνω Capitals: ΣΥΝΔΙΑΘΕΡΜΑΙΝΩ
Transliteration A: syndiathermaínō Transliteration B: syndiathermainō Transliteration C: syndiathermaino Beta Code: sundiaqermai/nw

English (LSJ)

   A warm thoroughly together, Hp.Morb.1.24.

German (Pape)

[Seite 1007] mit od. zugleich durchwärmen, Hippocr.

Greek (Liddell-Scott)

συνδιαθερμαίνω: διαθερμαίνω ὁμοῦ, Ἱππ. 458. 10.

Greek Monolingual

ΜΑ διαθερμαίνω
θερμαίνω κάτι σε όλη του τη μάζα μαζί ή ταυτόχρονα με κάτι άλλο.

Greek Monolingual

ΜΑ διαθερμαίνω
θερμαίνω κάτι σε όλη του τη μάζα μαζί ή ταυτόχρονα με κάτι άλλο.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συν-διαθερμαίνω tegelijk door en door verwarmen.