ζωγρίας: Difference between revisions

From LSJ

Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art

Menander, Monostichoi, 336
(2b)
m (Text replacement - "˙" to "·")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ζωγρίας''': ὁ, ὁ συλληφθεὶς ζῶν, ζωγρίαν λαμβάνειν τινὰ Κτησίας 3 καὶ 9, Ζώσιμ. 1. 51˙ οὐ κατελίπομεν ζωγρίαν Ἑβδ. (Δευτ. β΄, 34)˙ [[ζωγρίας]] ἐλήφθη Διόδ. Ἀποσπ. 510. 54˙ [[ζωγρίας]] ἔλαβε δισχιλίους [[αὐτόθι]] 62˙ ζωγρίαι ἑάλωσαν [[Μέμνων]] ἐν τῇ Φωτ. Βιβλ. 238. 28.
|lstext='''ζωγρίας''': ὁ, ὁ συλληφθεὶς ζῶν, ζωγρίαν λαμβάνειν τινὰ Κτησίας 3 καὶ 9, Ζώσιμ. 1. 51· οὐ κατελίπομεν ζωγρίαν Ἑβδ. (Δευτ. β΄, 34)· [[ζωγρίας]] ἐλήφθη Διόδ. Ἀποσπ. 510. 54· [[ζωγρίας]] ἔλαβε δισχιλίους [[αὐτόθι]] 62· ζωγρίαι ἑάλωσαν [[Μέμνων]] ἐν τῇ Φωτ. Βιβλ. 238. 28.
}}
}}
{{grml
{{grml

Revision as of 19:33, 6 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ζωγρίας Medium diacritics: ζωγρίας Low diacritics: ζωγρίας Capitals: ΖΩΓΡΙΑΣ
Transliteration A: zōgrías Transliteration B: zōgrias Transliteration C: zogrias Beta Code: zwgri/as

English (LSJ)

ου, ὁ,

   A one taken alive, ζωγρίαν συλλαμβάνειν, ἑλεῖν τινα, Ctes.Fr.29.3,9, Zos.1.51; οὐ κατελίπομεν ζωγρίαν LXXDe.2.34; ζωγρίας ἐλήφθη D.S.25.10; ζωγρίας ἔλαβε δισχιλίους ibid.; ζωγρίαι ἑάλωσαν Memn.56.3.

German (Pape)

[Seite 1142] ὁ, der Lebendiggefangene, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ζωγρίας: ὁ, ὁ συλληφθεὶς ζῶν, ζωγρίαν λαμβάνειν τινὰ Κτησίας 3 καὶ 9, Ζώσιμ. 1. 51· οὐ κατελίπομεν ζωγρίαν Ἑβδ. (Δευτ. β΄, 34)· ζωγρίας ἐλήφθη Διόδ. Ἀποσπ. 510. 54· ζωγρίας ἔλαβε δισχιλίους αὐτόθι 62· ζωγρίαι ἑάλωσαν Μέμνων ἐν τῇ Φωτ. Βιβλ. 238. 28.

Greek Monolingual

ζωγρίας, ὁ (Α) ζωγρία
αυτός που συνελήφθη ζωντανός, ο αιχμάλωτος.

Russian (Dvoretsky)

ζωγρίας: ου adj. m захваченный живым в плен (ζ. λαβεῖν δισχιλίους Diod.).