μετεωροφέναξ: Difference between revisions
τούτων γάρ ἑκάτερον κοινῷ ὀνόματι προσαγορεύεται ζῷον, καί ὁ λόγος δέ τῆς οὐσίας ὁ αὐτός → and these are univocally so named, inasmuch as not only the name, but also the definition, is the same in both cases (Aristotle, Categoriae 1a8-10)
(3) |
(1ba) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''μετεωροφέναξ:''' ᾱκος ὁ звездочет-надуватель Arph. | |elrutext='''μετεωροφέναξ:''' ᾱκος ὁ звездочет-надуватель Arph. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=μετεωρο-[[φέναξ]], ᾱκος,<br />an astrological [[quack]], Ar. | |||
}} | }} |
Revision as of 03:50, 10 January 2019
English (LSJ)
ᾱκος, ὁ,
A astronomical quack, Ar.Nu.333.
German (Pape)
[Seite 160] ακος, ὁ, Meteorwindbeutel, komisch nach μετεωρολόγος gebildet, der mit der Beobachtung der Himmelserscheinungen Betrügerei treibt, Ar. Nubb. 333.
Greek (Liddell-Scott)
μετεωροφέναξ: -ᾱκος, ὁ, ὁ φενακίζων ἐξαπατῶν διὰ τῆς ἀστρολογίας, Ἀριστοφ. Νεφ. 333.
French (Bailly abrégé)
ακος (ὁ) :
charlatan qui fait des dupes en discourant dans les nues.
Étymologie: μετέωρος, φέναξ.
Greek Monolingual
μετεωροφέναξ, -ακος, ό (Α)
αυτός που εξαπατά με τη σοφιστική μετεωρολογία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μετέωρος + φέναξ, -ακος «απατηλός»].
Greek Monotonic
μετεωροφέναξ: -ᾱκος, ὁ, αυτός που εξαπατά μέσω αστρολογικών σοφιστειών, σε Αριστοφ.
Russian (Dvoretsky)
μετεωροφέναξ: ᾱκος ὁ звездочет-надуватель Arph.