усердно: Difference between revisions

From LSJ

ὣς ὁ μὲν ἔνθ' ἀπόλωλεν, ἐπεὶ πίεν ἁλμυρὸν ὕδωρ → so there he perished, when he had drunk the salt water

Source
(7)
 
(DvTab)
Line 1: Line 1:
{{ruel
{{ruel
|rueltext=[[ἀπό σπουδῆς]], [[ἐπιμελῶς]], [[ἐνδυκέως]], [[ἐρρωμένως]], [[ἐπιτηδείως]], [[ἐπιτηδέως]], [[ἐξεπίτηδες]], [[συντόνως]], [[ἐντεταμένως]], [[ἀραρότως]], [[συντεταμένως]], [[ἐκτενῶς]], [[ἐκτενέως]], [[ἐσπευσμένως]], [[εὐτόνως]], [[νειόθεν]], [[φιλοπόνως]], [[προθύμως]], [[σπουδαίως]], [[μεγαλωστί]]
|rueltext=[[μάλα]], [[ἐπισταδόν]], [[ἀπό σπουδῆς]], [[ἐπιμελῶς]], [[ἐνδυκέως]], [[ἐρρωμένως]], [[ἐπιτηδείως]], [[ἐπιτηδέως]], [[ἐξεπίτηδες]], [[συντόνως]], [[ἐντεταμένως]], [[ἀραρότως]], [[συντεταμένως]], [[ἐκτενῶς]], [[ἐκτενέως]], [[ἐσπευσμένως]], [[εὐτόνως]], [[νειόθεν]], [[φιλοπόνως]], [[προθύμως]], [[σπουδαίως]], [[μεγαλωστί]]
}}
}}

Revision as of 09:20, 15 October 2019