μιτροχίτων: Difference between revisions

From LSJ

ἄνθρωπος ὢν ἥμαρτον· οὐ θαυμαστέον → being human I made a mistake; there is nothing remarkable about it

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''μιτροχίτων''': [ῐ], -ωνος, ὁ, ἡ, ὁ ἔχων χιτῶνα [[μετὰ]] ζώνης ἢ ἐζωσμένον, Ἀθήν. 523D.
|lstext='''μιτροχίτων''': [ῐ], -ωνος, ὁ, ἡ, ὁ ἔχων χιτῶνα μετὰ ζώνης ἢ ἐζωσμένον, Ἀθήν. 523D.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μιτροχίτων]], -ωνος, ὁ, ἡ (Α)<br />αυτός που έχει τον χιτώνα ζωσμένο με [[μίτρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μίτρα]] (Ι) <span style="color: red;">+</span> -<i>χίτων</i> (<span style="color: red;"><</span> [[χιτών]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>κηρο</i>-<i>χίτων</i>, <i>λινο</i>-<i>χίτων</i>].
|mltxt=[[μιτροχίτων]], -ωνος, ὁ, ἡ (Α)<br />αυτός που έχει τον χιτώνα ζωσμένο με [[μίτρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μίτρα]] (Ι) <span style="color: red;">+</span> -<i>χίτων</i> (<span style="color: red;"><</span> [[χιτών]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>κηρο</i>-<i>χίτων</i>, <i>λινο</i>-<i>χίτων</i>].
}}
}}

Revision as of 11:50, 20 April 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μιτροχίτων Medium diacritics: μιτροχίτων Low diacritics: μιτροχίτων Capitals: ΜΙΤΡΟΧΙΤΩΝ
Transliteration A: mitrochítōn Transliteration B: mitrochitōn Transliteration C: mitrochiton Beta Code: mitroxi/twn

English (LSJ)

[ῐ], ωνος, ὁ, ἡ, A with girded tunic, Ath.12.523d.

German (Pape)

[Seite 193] ωνος, mit einem Gürtel um das Unterkleid, Ath. XII, 523 c, im Ggstz von ἄζωστος od. ἀμιτροχίτων.

Greek (Liddell-Scott)

μιτροχίτων: [ῐ], -ωνος, ὁ, ἡ, ὁ ἔχων χιτῶνα μετὰ ζώνης ἢ ἐζωσμένον, Ἀθήν. 523D.

Greek Monolingual

μιτροχίτων, -ωνος, ὁ, ἡ (Α)
αυτός που έχει τον χιτώνα ζωσμένο με μίτρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μίτρα (Ι) + -χίτων (< χιτών), πρβλ. κηρο-χίτων, λινο-χίτων].