ἐπάνθισμα: Difference between revisions
Οὕτως ἔδειξέν μοι κύριος καὶ ἰδοὺ ἐπιγονὴ ἀκρίδων ἐρχομένη ἑωθινή, καὶ ἰδοὺ βροῦχος εἷς Γωγ ὁ βασιλεύς (Amos 7:1) → Thus the Lord showed me and look, early-morning offspring of locusts coming, and look, one locust-larva: Gog the king.
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=epanthisma | |Transliteration C=epanthisma | ||
|Beta Code=e)pa/nqisma | |Beta Code=e)pa/nqisma | ||
|Definition=ατος, τό, lit. | |Definition=ατος, τό, lit. [[efflorescence]]: hence ἀφρῶδες ἐ. [[coloured froth]], <span class="bibl">Hp.<span class="title">Prorrh.</span>1.21</span>, cf. <span class="bibl">Aret.<span class="title">SD</span>1.11</span>. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 07:17, 24 August 2022
English (LSJ)
ατος, τό, lit. efflorescence: hence ἀφρῶδες ἐ. coloured froth, Hp.Prorrh.1.21, cf. Aret.SD1.11.
German (Pape)
[Seite 902] τό, das wie die Blüthe sich obenauf Befindende, Hippocr. u. a. Medic.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπάνθισμα: τό, τὸ ὡς ἄνθος ἐπὶ τῆς ἐπιφανείας ἐπιπολάζον, ἐπὶ τοῖσι χολώδεσι... διαχωρήμασι τὸ ἀφρῶδες ἐπάνθισμα κακὸν Ἱππ. Προρρ. 69.
Greek Monolingual
το (Α ἐπάνθισμα) επανθίζω
νεοελλ.
(ορυκτ.) επάνθημα, λεπτό απόθεμα ορυκτών ουσιών πάνω στην επιφάνεια του εδάφους
αρχ.
1. αυτό που βρίσκεται πάνω πάνω σαν άνθος
2. τα φιλοδωρήματα που προσέφεραν στους ιερείς, τα «τυχερά».