Χίρων: Difference between revisions

From LSJ

εἰς τετρημένον πίθον ἀντλεῖν → run water into a punctured pitcher, to the perforated jar bale water, labour in vain, labor in vain

Source
m (LSJ2 replacement)
m (Text replacement - "<br \/>   <b>1<\/b> (?s)(?!.*<br \/><b>)(?!.* <b>)" to "")
Line 12: Line 12:


{{Slater
{{Slater
|sltr=<b>Χῑρων</b> (-ων, -ωνος, -ωνι, -ωνα: Χείρ- codd., corr. Schr.: sed v. West ad Theog., 1001) a centaur (v. [[φήρ]]), [[son]] of Kronos and Philyra (cf. (P. 2.44) ff.), married to Chariklo; [[teacher]] of [[Jason]], [[Achilles]], Asklepios, [[dwelling]] in a [[cave]] on Mt. [[Pelion]] in [[Thessaly]]. <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[ἤθελον]] Χίρωνά κε Φιλλυρίδαν [[ζώειν]] τὸν ἀποιχόμενον, Οὐρανίδα [[γόνον]] εὐρυμέδοντα Κρόνου (P. 3.1) εἰ δὲ [[σώφρων]] [[ἄντρον]] ἔναἰ [[ἔτι]] Χίρων (P. 3.63) “φαμὶ διδασκαλίαν Χίρωνος οἴσειν” ([[Jason]] speaks) (P. 4.102) Κρονίδᾳ δὲ [[τράφεν]] Χίρωνι δῶκαν (sc. Ἰάσονα) (P. 4.115) [[αὐτίκα]] δ' ἐκ μεγάρων Χίρωνα προσήνεπε φωνᾷ (P. 9.29) [[βαθυμῆτα]] Χίρων τράφε λιθίνῳ Ἰάσον' [[ἔνδον]] τέγει, καὶ [[ἔπειτεν]] Ἀσκλαπιόν (N. 3.53) φύτευέ οἱ θάνατον ἐκ λόχου Πελίαο [[παῖς]] (i. e. Πηλεῖ), [[ἄλαλκε]] δὲ Χίρων (N. 4.60) “[[ἰόντων]] δ' ἐς ἄφθιτον [[ἄντρον]] εὐθὺς Χίρωνος αὐτίκ ἀγγελίαι” (I. 8.41) ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί fr. 177c.
|sltr=<b>Χῑρων</b> (-ων, -ωνος, -ωνι, -ωνα: Χείρ- codd., corr. Schr.: sed v. West ad Theog., 1001) a centaur (v. [[φήρ]]), [[son]] of Kronos and Philyra (cf. (P. 2.44) ff.), married to Chariklo; [[teacher]] of [[Jason]], [[Achilles]], Asklepios, [[dwelling]] in a [[cave]] on Mt. [[Pelion]] in [[Thessaly]]. [[ἤθελον]] Χίρωνά κε Φιλλυρίδαν [[ζώειν]] τὸν ἀποιχόμενον, Οὐρανίδα [[γόνον]] εὐρυμέδοντα Κρόνου (P. 3.1) εἰ δὲ [[σώφρων]] [[ἄντρον]] ἔναἰ [[ἔτι]] Χίρων (P. 3.63) “φαμὶ διδασκαλίαν Χίρωνος οἴσειν” ([[Jason]] speaks) (P. 4.102) Κρονίδᾳ δὲ [[τράφεν]] Χίρωνι δῶκαν (sc. Ἰάσονα) (P. 4.115) [[αὐτίκα]] δ' ἐκ μεγάρων Χίρωνα προσήνεπε φωνᾷ (P. 9.29) [[βαθυμῆτα]] Χίρων τράφε λιθίνῳ Ἰάσον' [[ἔνδον]] τέγει, καὶ [[ἔπειτεν]] Ἀσκλαπιόν (N. 3.53) φύτευέ οἱ θάνατον ἐκ λόχου Πελίαο [[παῖς]] (i. e. Πηλεῖ), [[ἄλαλκε]] δὲ Χίρων (N. 4.60) “[[ἰόντων]] δ' ἐς ἄφθιτον [[ἄντρον]] εὐθὺς Χίρωνος αὐτίκ ἀγγελίαι” (I. 8.41) ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί fr. 177c.
}}
}}

Revision as of 11:25, 3 September 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Χίρων Medium diacritics: Χίρων Low diacritics: Χίρων Capitals: ΧΙΡΩΝ
Transliteration A: Chírōn Transliteration B: Chirōn Transliteration C: Chiron Beta Code: *xi/rwn

English (LSJ)

Doric and Thessalian for Χείρων.


English (Slater)

Χῑρων (-ων, -ωνος, -ωνι, -ωνα: Χείρ- codd., corr. Schr.: sed v. West ad Theog., 1001) a centaur (v. φήρ), son of Kronos and Philyra (cf. (P. 2.44) ff.), married to Chariklo; teacher of Jason, Achilles, Asklepios, dwelling in a cave on Mt. Pelion in Thessaly. ἤθελον Χίρωνά κε Φιλλυρίδαν ζώειν τὸν ἀποιχόμενον, Οὐρανίδα γόνον εὐρυμέδοντα Κρόνου (P. 3.1) εἰ δὲ σώφρων ἄντρον ἔναἰ ἔτι Χίρων (P. 3.63) “φαμὶ διδασκαλίαν Χίρωνος οἴσειν” (Jason speaks) (P. 4.102) Κρονίδᾳ δὲ τράφεν Χίρωνι δῶκαν (sc. Ἰάσονα) (P. 4.115) αὐτίκα δ' ἐκ μεγάρων Χίρωνα προσήνεπε φωνᾷ (P. 9.29) βαθυμῆτα Χίρων τράφε λιθίνῳ Ἰάσον' ἔνδον τέγει, καὶ ἔπειτεν Ἀσκλαπιόν (N. 3.53) φύτευέ οἱ θάνατον ἐκ λόχου Πελίαο παῖς (i. e. Πηλεῖ), ἄλαλκε δὲ Χίρων (N. 4.60) “ἰόντων δ' ἐς ἄφθιτον ἄντρον εὐθὺς Χίρωνος αὐτίκ ἀγγελίαι” (I. 8.41) ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί fr. 177c.