θαλασσίτης: Difference between revisions

From LSJ

οὐκ ἐν τῷ πολλῷ τὸ εὖ, ἀλλ' ἐν τῷ εὖ τὸ πολύgood is not found in plenty but plenty in good, quality matters more than quantity

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[θαλασσίτης]], ό (Α)<br /><b>1.</b> (ενν. [[οίνος]]) [[οίνος]] που διατηρούνταν [[μέσα]] σε θαλασσινό [[νερό]] ή είχε αναμιχθεί με θαλασσινό [[νερό]]<br /><b>2.</b> μια από τις ποικιλίες του λίθου [[υάκινθος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θάλασσα]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιτης</i> ([[πρβλ]]. <i>αιματ</i>-[[ίτης]], <i>μελιτ</i>-[[ίτης]])].
|mltxt=[[θαλασσίτης]], ό (Α)<br /><b>1.</b> (ενν. [[οίνος]]) [[οίνος]] που διατηρούνταν [[μέσα]] σε θαλασσινό [[νερό]] ή είχε αναμιχθεί με θαλασσινό [[νερό]]<br /><b>2.</b> μια από τις ποικιλίες του λίθου [[υάκινθος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θάλασσα]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιτης</i> ([[πρβλ]]. [[αιματίτης]], [[μελιτίτης]])].
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''θᾰλασσίτης:''' ου adj. m сохраняемый в морской воде: θ. [[οἶνος]] Plin. вино, которое выдерживалось в сосудах, погруженных в морскую воду.
|elrutext='''θᾰλασσίτης:''' ου adj. m сохраняемый в морской воде: θ. [[οἶνος]] Plin. вино, которое выдерживалось в сосудах, погруженных в морскую воду.
}}
}}

Revision as of 07:30, 24 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θᾰλασσίτης Medium diacritics: θαλασσίτης Low diacritics: θαλασσίτης Capitals: ΘΑΛΑΣΣΙΤΗΣ
Transliteration A: thalassítēs Transliteration B: thalassitēs Transliteration C: thalassitis Beta Code: qalassi/ths

English (LSJ)

[ῑ] οἶνος, ὁ, wine A sunk in the sea, to ripen it, Plin.HN14.78.

German (Pape)

[Seite 1182] οἶνος, = θαλασσίας. Vgl. θαλασσόω.

Greek (Liddell-Scott)

θᾰλασσίτης: οἶνος ῑ, ὁ, οἶνος διατηρούμενος ἐντὸς θαλασσίου ὕδατος ἢ μεμιγμένος μετ’ αὐτοῦ Πλίν. Η. Ν. 1410.

Greek Monolingual

θαλασσίτης, ό (Α)
1. (ενν. οίνος) οίνος που διατηρούνταν μέσα σε θαλασσινό νερό ή είχε αναμιχθεί με θαλασσινό νερό
2. μια από τις ποικιλίες του λίθου υάκινθος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θάλασσα + κατάλ. -ιτης (πρβλ. αιματίτης, μελιτίτης)].

Russian (Dvoretsky)

θᾰλασσίτης: ου adj. m сохраняемый в морской воде: θ. οἶνος Plin. вино, которое выдерживалось в сосудах, погруженных в морскую воду.