τειχοσκοπία: Difference between revisions
τὸ λακωνίζειν πολὺ μᾶλλόν ἐστιν φιλοσοφεῖν ἢ φιλογυμναστεῖν → to behave like a Lacedaemonian is much more to love wisdom than to love gymnastics (Plato, Protagoras 342e6)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)«([\p{Cyrillic}\s]+)»" to "«$1»") |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''' [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z\(])" to "$1 $2 $3") |
||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''τειχοσκοπία:''' ἡ смотрение со стен (Трои) (обычное заглавие часта III песни «[[Илиады]]», ст. 121-244). | |elrutext='''τειχοσκοπία:''' ἡ [[смотрение со стен]] (Трои) (обычное заглавие часта III песни «[[Илиады]]», ст. 121-244). | ||
}} | }} |
Revision as of 10:20, 23 August 2022
English (LSJ)
ἡ, A looking from the walls: name given to a scene in the third book of the Iliad, Sch.E.Ph.88.
German (Pape)
[Seite 1081] ἡ, das Schauen von der Mauer, Schol. Eur. Phoen. 88; so hieß ein Theil des dritten Gesanges der Iliade.
Greek (Liddell-Scott)
τειχοσκοπία: ἡ, τὸ σκοπεῖν ἀπὸ τῶν τειχῶν, ὄνομα τῆς γ΄ ῥαψῳδίας (Γ.) τῆς Ἰλιάδος, Σχόλ. εἰς Εὐρ. Φοιν. 88. 3553. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 433.
Greek Monolingual
η, ΝΜΑ
1. η παρακολούθηση τών κινήσεων του αντιπάλου από τα τείχη
2. σκηνή της ραψωδίας Γ της Ιλιάδος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τεῖχος + -σκοπία (< -σκόπος < σκοπός < σκέπτομαι), πρβλ. οιωνο-σκοπία].
Russian (Dvoretsky)
τειχοσκοπία: ἡ смотрение со стен (Трои) (обычное заглавие часта III песни «Илиады», ст. 121-244).