προχῶναι: Difference between revisions
Λιμὴν νεὼς ὅρμος, βίου δ' ἀλυπία → Des Lebens Ankerplatz und Port ist Seelenruh → Λιμὴν πλοίου μέν, ἀλυπία δ' ὅρμος βίου
m (Text replacement - " :" to ":") |
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=prochonai | |Transliteration C=prochonai | ||
|Beta Code=proxw=nai | |Beta Code=proxw=nai | ||
|Definition=αἱ,= | |Definition=αἱ,= γλουτοί ''1'', <span class="bibl">Archipp.41</span>. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 16:35, 23 August 2022
English (LSJ)
αἱ,= γλουτοί 1, Archipp.41.
German (Pape)
[Seite 800] αἱ, die Hüften, das Steißbein, Archipp. com. bei Poll. 2, 183. Vgl. κοχώνη.
Greek (Liddell-Scott)
προχῶναι: -αἱ, οἱ γλουτοί, Λατ. coccygis (κοχώνη), Ἄρχιππ. ἐν «Ρίνωνι» 2.
Greek Monolingual
οἱ, Α
οι γλουτοί.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται μάλλον για κωμ. λ. αβέβαιης ετυμολ. Κατά μία άποψη, η λ. έχει προέλθει από συμφυρμό τών λ. κοχώνη «το μέρος μεταξύ τών σκελών και της έδρας, το περίνεο, γλουτός» και πρωκτός ή, κατ' άλλη άποψη, από τη λ. κοχώνη κατ' επίδραση του προ- είτε με την επιτατική του σημ. είτε με τη σημ. της προστασίας, της υπεράσπισης, με την έννοια ότι οι γλουτοί έχουν έναν ρόλο προστατευτικό].
Frisk Etymological English
Grammatical information: f. pl.
Meaning: buttocks, coccyx (Archipp.41).
Origin: GR [a formation built with Greek elements]
Etymology: Perh. as momentary formation or comic distortion from cross of κοχώνη and πρωκτός (Güntert Reimwortbildungen 122); or with πρό.
Frisk Etymology German
προχῶναι: {prokhō̃nai}
Grammar: f. pl.
Meaning: die Hinterbacken, die Steißbeine (Archipp.41).
Etymology: Scheint als Augenblicksbildung oder komische Wortverdrehung durch Kreuzung von κοχώνη und πρωκτός entstanden zu sein (Güntert Reimwortbildungen 122).
Page 2,605