συμπεριπλέκω: Difference between revisions
From LSJ
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0986.png Seite 986]] mit umflechten, Sp. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0986.png Seite 986]] mit umflechten, Sp. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=enlacer tout autour.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[περιπλέκω]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συμπεριπλέκω''': [[πλέκω]] ὁλόγυρα μετά τινος, περικυκλῶ μετά τινος, Ἀκύλας ἐν Παροιμ. Η΄, 8. ― Παθ., συνουσιάζομαι μετά τινος, ἐν παραβύστῳ αἰσχρότητι συμπεριπλεκόμενος τῷ γυναίῳ ὁ [[γόης]] Ἐπιφάν. τ. σ. 56Ε. | |lstext='''συμπεριπλέκω''': [[πλέκω]] ὁλόγυρα μετά τινος, περικυκλῶ μετά τινος, Ἀκύλας ἐν Παροιμ. Η΄, 8. ― Παθ., συνουσιάζομαι μετά τινος, ἐν παραβύστῳ αἰσχρότητι συμπεριπλεκόμενος τῷ γυναίῳ ὁ [[γόης]] Ἐπιφάν. τ. σ. 56Ε. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''συμπεριπλέκω:''' обвивать, охватывать, (Plut. - [[varia lectio|v.l.]] к [[συμπλέκω]]). | |elrutext='''συμπεριπλέκω:''' обвивать, охватывать, (Plut. - [[varia lectio|v.l.]] к [[συμπλέκω]]). | ||
}} | }} |
Revision as of 09:15, 2 October 2022
English (LSJ)
in Pass., embrace, ἐν ἀγάπαις Thd. Pr.7.18.
German (Pape)
[Seite 986] mit umflechten, Sp.
French (Bailly abrégé)
enlacer tout autour.
Étymologie: σύν, περιπλέκω.
Greek (Liddell-Scott)
συμπεριπλέκω: πλέκω ὁλόγυρα μετά τινος, περικυκλῶ μετά τινος, Ἀκύλας ἐν Παροιμ. Η΄, 8. ― Παθ., συνουσιάζομαι μετά τινος, ἐν παραβύστῳ αἰσχρότητι συμπεριπλεκόμενος τῷ γυναίῳ ὁ γόης Ἐπιφάν. τ. σ. 56Ε.
Russian (Dvoretsky)
συμπεριπλέκω: обвивать, охватывать, (Plut. - v.l. к συμπλέκω).