ἀνατοιχέω: Difference between revisions

From LSJ

Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}})" to "$1$3 $2")
Line 9: Line 9:
|Beta Code=a)natoixe/w
|Beta Code=a)natoixe/w
|Definition=(τοῖχος) [[roll from side to side]], especially of sailors in a storm: metaph., <span class="bibl">Arr.<span class="title">Epict.</span>3.12.7</span>; [[διατοιχέω]] is preferred by Phryn.139, <span class="bibl">Poll.1.114</span>.
|Definition=(τοῖχος) [[roll from side to side]], especially of sailors in a storm: metaph., <span class="bibl">Arr.<span class="title">Epict.</span>3.12.7</span>; [[διατοιχέω]] is preferred by Phryn.139, <span class="bibl">Poll.1.114</span>.
}}
{{DGE
|dgtxt=fig. [[dar tumbos]], [[balancearse]] como un barco en medio de una tormenta, Arr.<i>Epict</i>.3.12.7<br /><b class="num">•</b>se prefiere [[διατοιχέω]] en Phryn.132, Poll.1.114, <i>AB</i> 89.20.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 18:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνατοιχέω''': ([[τοῖχος]]) [[μεταπίπτω]] ἢ μετακυλίομαι ἀπὸ τοῦ ἑνὸς τοίχου (τῆς πλευρᾶς) τοῦ πλοίου εἰς τὸν ἕτερον, ἰδίως ἐπὶ ἐπιβατῶν ἐν καιρῶ τρικυμίας: μεταφ., «ἑτεροκλινῶς ἔχω πρὸς ἡδονήν· ἀνατοιχήσω ἐπὶ τὸ [[ἐναντίον]] [[ὑπὲρ]] τὸ [[μέτρον]], τῆς ἀσκήσεως [[ἕνεκα]]» Ἀρρ. Ἐπίκτ. 3. 12, 7, [[ἔνθα]] ἴδε σημ. Κοραῆ, σ. 379· καὶ πρβλ. Ἀριστοφ. Βατρ. 534· οἱ Γραμμ. προτιμῶσι τὴν γραφὴν [[διατοιχέω]], Λοβ. Φρύνιχ. 161.
|lstext='''ἀνατοιχέω''': ([[τοῖχος]]) [[μεταπίπτω]] ἢ μετακυλίομαι ἀπὸ τοῦ ἑνὸς τοίχου (τῆς πλευρᾶς) τοῦ πλοίου εἰς τὸν ἕτερον, ἰδίως ἐπὶ ἐπιβατῶν ἐν καιρῶ τρικυμίας: μεταφ., «ἑτεροκλινῶς ἔχω πρὸς ἡδονήν· ἀνατοιχήσω ἐπὶ τὸ [[ἐναντίον]] [[ὑπὲρ]] τὸ [[μέτρον]], τῆς ἀσκήσεως [[ἕνεκα]]» Ἀρρ. Ἐπίκτ. 3. 12, 7, [[ἔνθα]] ἴδε σημ. Κοραῆ, σ. 379· καὶ πρβλ. Ἀριστοφ. Βατρ. 534· οἱ Γραμμ. προτιμῶσι τὴν γραφὴν [[διατοιχέω]], Λοβ. Φρύνιχ. 161.
}}
{{DGE
|dgtxt=fig. [[dar tumbos]], [[balancearse]] como un barco en medio de una tormenta, Arr.<i>Epict</i>.3.12.7<br /><b class="num">•</b>se prefiere [[διατοιχέω]] en Phryn.132, Poll.1.114, <i>AB</i> 89.20.
}}
}}

Revision as of 16:30, 6 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνατοιχέω Medium diacritics: ἀνατοιχέω Low diacritics: ανατοιχέω Capitals: ΑΝΑΤΟΙΧΕΩ
Transliteration A: anatoichéō Transliteration B: anatoicheō Transliteration C: anatoicheo Beta Code: a)natoixe/w

English (LSJ)

(τοῖχος) roll from side to side, especially of sailors in a storm: metaph., Arr.Epict.3.12.7; διατοιχέω is preferred by Phryn.139, Poll.1.114.

Spanish (DGE)

fig. dar tumbos, balancearse como un barco en medio de una tormenta, Arr.Epict.3.12.7
se prefiere διατοιχέω en Phryn.132, Poll.1.114, AB 89.20.

German (Pape)

[Seite 211] (τοῖχος), von einer Seite (des Schiffes) auf die andere schwanken; die Gramm. ziehen διατοιχέω vor, w. m. s.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνατοιχέω: (τοῖχος) μεταπίπτω ἢ μετακυλίομαι ἀπὸ τοῦ ἑνὸς τοίχου (τῆς πλευρᾶς) τοῦ πλοίου εἰς τὸν ἕτερον, ἰδίως ἐπὶ ἐπιβατῶν ἐν καιρῶ τρικυμίας: μεταφ., «ἑτεροκλινῶς ἔχω πρὸς ἡδονήν· ἀνατοιχήσω ἐπὶ τὸ ἐναντίον ὑπὲρ τὸ μέτρον, τῆς ἀσκήσεως ἕνεκα» Ἀρρ. Ἐπίκτ. 3. 12, 7, ἔνθα ἴδε σημ. Κοραῆ, σ. 379· καὶ πρβλ. Ἀριστοφ. Βατρ. 534· οἱ Γραμμ. προτιμῶσι τὴν γραφὴν διατοιχέω, Λοβ. Φρύνιχ. 161.