ἀκατάχρηστος: Difference between revisions

From LSJ

ἐπεὰν νῶτον ὑὸς δελεάσῃ περὶ ἄγκιστρον, μετιεῖ ἐς μέσον τὸν ποταμόν, ὁ κροκόδειλος ἵεται κατὰ τὴν φωνήν, ἐντυχὼν δὲ τῷ νώτῳ καταπίνει → when he has baited a hog's back onto a hook, he throws it into the middle of the river, ... the crocodile lunges toward the voice of a squealing piglet, and having come upon the hogback, swallows it

Source
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (pape replacement)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀκατάχρηστος]], -ον (Μ) [[καταχρῶμαι]]<br />[[άχρηστος]] ή [[αμεταχείριστος]].
|mltxt=[[ἀκατάχρηστος]], -ον (Μ) [[καταχρῶμαι]]<br />[[άχρηστος]] ή [[αμεταχείριστος]].
}}
{{pape
|ptext=<i>[[ungebräuchlich]]</i>, Eust.
}}
}}

Revision as of 17:07, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀκατάχρηστος Medium diacritics: ἀκατάχρηστος Low diacritics: ακατάχρηστος Capitals: ΑΚΑΤΑΧΡΗΣΤΟΣ
Transliteration A: akatáchrēstos Transliteration B: akatachrēstos Transliteration C: akatachristos Beta Code: a)kata/xrhstos

English (LSJ)

ον, unused, Eust.812.52, Gloss.

Spanish (DGE)

-ον
inusitado, ἀκρίβεια Eust.812.52, cf. Gloss.2.222.

Greek (Liddell-Scott)

ἀκατάχρηστος: -ον, ἄχρηστος, ὃν δὲν μετεχειρίσθη τις, Εὐστ. 812. 52.

Greek Monolingual

ἀκατάχρηστος, -ον (Μ) καταχρῶμαι
άχρηστος ή αμεταχείριστος.

German (Pape)

ungebräuchlich, Eust.