λίγα: Difference between revisions
τὸ κακὸν δοκεῖν ποτ' ἐσθλὸν τῷδ' ἔμμεν' ὅτῳ φρένας θεὸς ἄγει πρὸς ἄταν → evil appears as good to him whose mind the god is leading to destruction (Sophocles, Antigone 622f.)
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=<i>adv.</i><br /><i>c.</i> [[λιγέως]]. | |btext=<i>adv.</i><br /><i>c.</i> [[λιγέως]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''λίγᾰ:''' (ῐ) adv. Hom. = [[λιγέως]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 27: | Line 30: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''λίγᾰ:''' [ῐ], επίρρ. του [[λιγύς]], με δυνατή και καθαρή [[φωνή]], σε Όμηρ. | |lsmtext='''λίγᾰ:''' [ῐ], επίρρ. του [[λιγύς]], με δυνατή και καθαρή [[φωνή]], σε Όμηρ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[adverb of [[λιγύς]]<br />in [[loud]] [[clear]] [[tone]], Hom. | |mdlsjtxt=[adverb of [[λιγύς]]<br />in [[loud]] [[clear]] [[tone]], Hom. | ||
}} | }} |
Revision as of 13:49, 3 October 2022
English (LSJ)
[ῐ], Adv. of λῐγύς (cf. τάχα, ὦκα, etc.), in loud, clear tone, ἀμφ' αὐτῷ χυμένη λίγ' ἐκώκυε Il.19.284, cf. Od.8.527; λίγ' ἄειδεν in clear, sweet tone, 10.254, cf. Alcm.59, Thgn.939; ζεφύρου λ. κινυμένοιο A.R. 4.837.
German (Pape)
[Seite 43] adv. zu λιγύς (wie ὦκα zu ὠκύς), helltönend, laut; κωκύειν, Od. 8, 527 Il. 19, 284; ἀείδω, Od. 10, 254; sp. D., Ζεφύρου λίγα κινυμένοιο Ap. Rh. 4, 837.
French (Bailly abrégé)
adv.
c. λιγέως.
Russian (Dvoretsky)
λίγᾰ: (ῐ) adv. Hom. = λιγέως.
Greek (Liddell-Scott)
λίγᾰ: [ῐ], Ἐπίρρ. τοῦ λιγύς, (πρβλ. σάφα, τάχα, ὦκα), λιγέως, μετὰ μεγάλης καὶ ἠχηρᾶς φωνῆς, ἀμφ’ αὐτῷ χυμένη λίγα κώκυε, «ἐθρήνει ὀξέως» (Σχολ.), Ἰλ. Τ. 284, πρβλ. Ὀδ. Θ. 527· λίγ’ ἄειδεν, μὲ φωνὴν καθαράν, ἠχηρὰν καὶ γλυκεῖαν, Κ. 254, πρβλ. Ἀλκμᾶνα 59· ζεφύρου λ. κινυμένοιο Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 837., Ἡσύχ.
English (Autenrieth)
(λιγύς): adv., clear, loudly, ἀείδειν, κωκύειν.
Greek Monolingual
Greek Monotonic
λίγᾰ: [ῐ], επίρρ. του λιγύς, με δυνατή και καθαρή φωνή, σε Όμηρ.